Γράφει: η Παγώνα Φύκια – Ένα μπαούλο φωνές

Στο παλιό μας σπίτι,αυτό που είχε κληρωνομήσει η μαμα από τη γιαγια της,υπήρχε ένα κατώι .Εκεί δεν κατέβαινα συχνά,η μάμα ελεγε ότι εκει κρυβονται φωνές. Παντα ειχα την απορια ,τι μπορει να εννοει η μαμα?Αλλά εκτος από περίεργη, ημουν και φοβιτσιάρα.

Φοβόμουν τα πάντα και ήθελα να γνωρίζω τα πάντα. Ήθελα να γνωρίζω «τα πάντα»… αυτή μου η περιέργεια, μεγαλώνοντας μετατράπηκε σε δίψα για γνώσεις και ετσι προχώρησα στη ζωή μου. Κάθε μέρα, για μενα,σήμαινε εξέλιξη σε επίπεδο γνώσεων και καριέρας. Ειχε γινει,ένα από τα όνειρά μου,πραγματικότητα ειχα τελειώσει Φιλοσοφική στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης. Ομορφα χρόνια, φοβιστηκα όμορφα. Ξένιαστα χρόνια,φοβιστηκα ξένιαστα. Χρόνια γεμάτα από ερωτες, εξόδους, φίλους, ανεμελιά.

Και όπως όλα κάποτε τελειωνουν, ετσι κι εγω τελείωσα τη σχολή μου. Ήμουν άριστη μαθήτρια,στα τέσσερα χρόνια πήρα το πτυχίο μου. Και τωρα τι κάνουμε; Ρωτούσα κάθε λιγο και λιγάκι τον εαυτό μου. Μήπως να έμενα Κρήτη; Μακριά από την οικογενειά μου; Φοβιστηκο!  Ίσως πρεπει να γυρίσω στο πατρικό μου; Σκιαχτικο! Υπήρχε και αυτό το κατώι με τις κρυμμενες φωνές. Και αν οι φωνές με τα χρόνια ειχαν εξελιχθεί και αυτές, λογικα η εξελιξη της φωνης είναι η κραυγή. Και αν αυτές,οι κραυγές ακούγονταν μεχρι την κάμαρή μου;… Πολλα τα ερωτηματικα. Ακομη περισσοτερα τα σενάρια μέσα στο κεφάλι μου. Και κάπως ετσι, τροφοδοτουσα τον φόβο μου.

Τιμωρούσα τον εαυτό μου για κάτι; Ποτέ δεν κατάλαβα , γιατι εκανα για τα πάντα σενάρια μεσα στο μυαλό μου. Γιατι; Γιατί μου το έκανα αυτο; Από ποιον είχα ξεσηκώσει αυτό τον τρόπο σκέψης; Είμαι σχεδον σίγουρη, ότι η μαμά είχε αυτό το «κουσούρι», μόνο εκείνη με επιρέαζε. Λες και οι φοβίες να ήταν δικές της και εγω κατά βάθος να είμαι ατρόμιτη; Να δεις αυτό συμβαίνει! Και ξαφνικα, μόνο που το σκέφτικα, ως δια μαγείας, έπαψα να φοβαμαι. Το αποφάσισα , λοιπόν, επιστρέφω στο πατρικό μου , και ξέρω πολύ καλά τι θα κάνω μολις ανοιξω την πορτα. Θα τρεξω στο κατώι για να ακούσω τις φωνές. Ίσως θελουν κάτι να μου πουν, ίσως παλι να τις εχει φυλακίσει κάποιος. Τα είχα όλα οργανωμένα στο μυαλό μου, θα επέστρεφα με αεροπλάνο, για να ξεπεράσω άλλη μια φοβία μου, αλλα και για να φτασω πιο γρήγορα.

Μόλις αντίκρισσα το πατρικό μου σκυρτησε η καρδούλα μου,όχι από φόβο αυτή τη φορά, αλλα από αγωνία. Έβγαλα τα κλειδιά από την τσάντα μου και στην κυριολεξία μπούκαρα μέσα στο σπίτι. Δεν έβλεπα κανέναν, ούτε καν τη μαμά που ούρλιαζε από τη χαρά της, που επέστρεψα.

Έτρεχα,ή μάλλον είχα βγαλει φτερά.Στάθηκα εξω αποτην πορτα που οδηγούσε στο κατώι…την κοιτούσα,με κοιτούσε. Ή τώρα ή ποτέ, σκέφτηκα και αστραπιαία άνοιξα την πορτα.

Σκοτάδι επικρατούσε,εκτος από ένα σημειο που ειχε καταφερει να τρυπώσει μια ακτίδα ήλιου και ετσι μπορεσα να περιεργαστώ τον χώρο. Πολλους ιστούς από αράχνες είχε. Κοιτούσα γυρω-γυρω δεν εβλεπα κάτι.

Ένα άδειο,αραχνιασμένο δωμάτιο ήταν,έξαλλη με τον εαυτό μου που τόσα χρόνια πιστευα τη μαμά και φοβόμουν σαν χαζή,έκανα μεταβολή να ανέβω τις ξυλινες σκάλες που οδηγούσαν στο κυριώς σπίτι, και τότε το είδα. Ήταν ένα σκονισμένο μπαούλο,όχι πολύ μεγαλο, σαν αυτά που έβλεπα στις ταινιες που εκρυβαν τα χρυσαφικά τους. Πλησιάζω και από εξω ειχε μια ταμπελίτσα που κάτι εγραφε, μέσα στις σκονες και αλειωμένη από τα χρόνια δεν μπορουσα να διαβάσω τι έγραφε. Πλησίασα,ξεσκόνισα με το μανίκι της μπλούζας μου την ταμπέλα και τοτε διέκρινα τα γράμματα…ΚΡΥΜΜΕΝΕΣ ΦΩΝΕΣ εγραφε το τσίγγινο ταμπελάκι.

Χωρίς φόβο, αλλά με τρελη αγωνια, ανοίγω με δυσκολία (λόγω παλαιοτητας) το μπαούλο. Έτριζε το καημένο, μόνο αυτή τη φωνη άκουσα. Μέσα υπήρχε ενας κιτρινισμένος φάκελος, τον ανήγω διστακτικα,και βλέπω ένα γραμμα. Τα γράμματα καλιγραφηκα, με δασίες και περισπομένες, που προδηδε κατά καποιο τροπο την ηλικία του. Έγραφε λοιπον : δεν είμαι φωνή, κραυγή είμαι και περιμένω υπομονετικά κάποιον να με ακούσει. Θέλω απλα να συμβουλεύσω, αλλα με φοβούνται,τον λόγο δεν μπορω να τον γνωρίζω. Σε σενα που κατάφερες να ανοιξεις αυτό το φάκελο, σε σενα που δεν φοβήθηκες, θα σου πω μονο αυτό… τις φωνές μην τις φοβάσαι,τις σιωπές να σκιάζεσαι. Αυτες λενε πολλα και ενίοτε γίνονται κραυγές. Ποτε να μην ξανα φοβηθεις στη ζωη σου, ξερεις τι να κάνεις όταν σε επισκέπτεται ο φόβος; Να τον φοβίζεις!Ναι ναι καλά διάβασες,φοβάται ο φοβος, για την ακρίβεια τρομοκρατείται και μπορεις να μαντεψεις τον τρόπο; Τον φόβο,τον φοβίζουν τα όνειρα.

Για αυτό ονειρεψου, ανοιξε τα φτερά σου και πέτα μακρια από τη φωλιά σου
Με πολύ πολύ αγαπη και θαυμασμό
Η μητέρα σου
Υ.Γ.Σε αγαπω μικρη μου,τα καταφερες και νικησες τους φόβους σου και ανοιξες το μπαούλο των φωνων

πηγή: λόγω τιμής



Με την περιήγηση σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με την πολιτική απορρήτου μας
Συμφωνώ
Μετάβαση στο περιεχόμενο