6 Οκτωβρίου 2025

Από την κορυφή της ποπ στο Ισλάμ και πάλι πίσω: Η δεύτερη ζωή του Κατ Στίβενς

Από την κορυφή της ποπ στο Ισλάμ και πάλι πίσω: Η δεύτερη ζωή του Κατ Στίβενς
Από την κορυφή της ποπ στο Ισλάμ και πάλι πίσω: Η δεύτερη ζωή του Κατ Στίβενς

Ο διάσημος μουσικός παρουσιάζει τα απομνημονεύματά του Cat on the Road to Findout, στις 7 Οκτωβρίου.

Μάρτιος 1989, Κομπτόν, Καλιφόρνια. Ο ραδιοφωνικός παραγωγός του KFI-AM, Τομ Λέικις, αποφασίζει να προβεί σε μια «συμβολική διαμαρτυρία» κατά του Κατ Στίβενς, γνωστού πλέον ως Γιουσούφ Ισλάμ. Ο λόγος; Η δημόσια υποστήριξη του Στίβενς στη θανατική καταδίκη του συγγραφέα Σαλμάν Ρούσντι από τον Αγιατολάχ Χομεϊνί.

Στον αέρα παίζει το «Peace train», μετά φοράει κράνος και οδηγεί έναν οδοστρωτήρα πάνω σε περίπου 200 δίσκους, κασέτες και CD του Στίβενς. Η σκηνή διαδραματίζεται σε κλειστό χώρο, με τον Leykis να φορά αλεξίσφαιρο γιλέκο και να δηλώνει ότι πρόκειται για μήνυμα υπέρ της ελευθερίας του λόγου και κατά της βίας. Μια μικρή ομάδα διαδηλωτών φωνάζει συνθήματα όπως «Συντρίψτε τον Χομεϊνί, όχι τους δίσκους!».

Κι όμως, ούτε κράνη ούτε οδοστρωτήρες μπορούν να αγγίξουν τον άνθρωπο που έχει γράψει μερικά από τα πιο αγαπημένα τραγούδια της γενιάς του. Με το «Wild world» και το «Father and son», ο Κατ Στίβενς βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας του, ενώ παράλληλα είχε ήδη αλλάξει το όνομά του σε Γιουσούφ Ισλάμ και είχε ασπαστεί το Ισλάμ. Τριάντα χρόνια γεμάτα μουσική, εξαφανίσεις και εκπλήξεις ξεδιπλώνονται τώρα μέσα από τα απομνημονεύματά του Cat on the Road to Findout, όπου προσωπικές ιστορίες, βαθιά μεταμέλεια και αλήθειες φωτίζουν τα κίνητρα πίσω από τις πιο αμφιλεγόμενες στιγμές της ζωής του.

Στα νέα του απομνημονεύματα, ο Γιουσούφ Ισλάμ ανοίγει τα χαρτιά του για την πνευματική του αναζήτηση, τη θρησκευτική μεταστροφή και την ανακούφιση που βρήκε εκεί, τη φιλανθρωπική του δράση για τους Παλαιστίνιους και την υπεράσπιση των μουσουλμάνων παιδιών στην Αγγλία. Αποκαλύπτει πώς βρήκε τη δύναμη να επιστρέψει στη μουσική παρά τις φήμες που υποστήριζαν ότι η θρησκεία του το απαγόρευε, αλλά και πώς αντιμετώπισε τις αμφιλεγόμενες δηλώσεις του – όπως η στάση του απέναντι στο φετφά για τον Σαλμάν Ρούσντι – μέχρι να ξαναπιάσει τελικά την κιθάρα του και να ξαναβρεί τη φωνή του.

«Υπάρχουν στρεβλοί δρόμοι, αλλά όλοι οδηγούν σε κάτι ανώτερο», λέει με ένα χαμόγελο. «Εγώ απλώς συνεχίζω να περπατώ».

Η κυπριακή του καταγωγή

Το πραγματικό του όνομα ήταν Στέφανος-Δημήτριος Γεωργίου. Γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 21 Ιουλίου 1948, από τον Σταύρο Γεωργίου, έναν Ελληνοκύπριο εστιάτορα από την Τάλα της Πάφου, και τη Σουηδέζα μητέρα του, Ίνγκε. Οι γονείς του χώρισαν όταν εκείνος ήταν μόλις οκτώ ετών, αλλά συνέχισαν να δουλεύουν μαζί στο οικογενειακό καφέ στη Shaftesbury Avenue. Από μικρός, ανάμεσα στις μυρωδιές του ελληνικού φαγητού και τις διαφορετικές θρησκευτικές παραδόσεις των γονιών του, ανέπτυξε μια ευαισθησία που αργότερα θα αποτυπωνόταν στους στίχους του.

Ο ίδιος θυμόταν ότι τα πρώτα του μουσικά ακούσματα είχαν ελληνική σφραγίδα. Παράλληλα, η εκπαίδευσή του στο καθολικό St. Joseph Roman Catholic Primary School τον μύησε στη θρησκευτική τελετουργία και στο πιάνο. Σύντομα, όμως, τον κέρδισε η κιθάρα, την οποία αγόρασε με τη βοήθεια του πατέρα του. Ήταν η εποχή των Beatles, και ο έφηβος Στιβ ήθελε να μιμηθεί την επανάσταση που ξεκινούσε από το Λίβερπουλ.

Στη μουσική διακρίθηκε από τα εφηβικά του χρόνια. Το 1965 έκανε την πρώτη του εμφάνιση στη βρετανική σκηνή με το ψευδώνυμο Στιβ Άνταμς, γιατί, όπως έλεγε ο ίδιος, του ήταν αδιανόητο να ζητάνε τα albums του με το όνομα Στέφανος – Δημήτριος Γεωργίου. Λίγο αργότερα υιοθέτησε το όνομα Κατ Στίβενς, έπειτα από συμβουλή μιας φίλης που του είπε ότι έχει «γατίσια μάτια». Την ίδια χρονιά τράβηξε το ενδιαφέρον του παραγωγού Μάικ Χερστ και σύντομα το single «I love my dog» φιγουράριζε στο No 28 των charts, ενώ τα «Matthew and son» και «I’m gonna get me a gun» βρίσκονταν στο βρετανικό Top 10.

Η καταγωγή του από την Κύπρο υπήρξε πάντα κομμάτι της ταυτότητάς του. Σε πολλές συνεντεύξεις του αναφερόταν στον πατέρα του, που του μετέδωσε μια αίσθηση του «ανήκειν» διαφορετική από εκείνη που του έδινε το Λονδίνο. Στην ουσία, κουβαλούσε μέσα του ένα πολυπολιτισμικό μωσαϊκό: ελληνικό, σουηδικό και αγγλικό. Αυτό το τρίπτυχο, μαζί με το ανήσυχο πνεύμα του, έγινε η πρώτη ύλη για τη μουσική που θα έγραφε τα επόμενα χρόνια.

Κι ενώ η μουσική του πορεία ανήγαγε τον Κατ Στίβενς σε ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα της δεκαετίας του ’70, η ζωή του δεν ήταν ποτέ ήσυχη. Λίγο μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, έδειξε έμπρακτα τη σύνδεσή του με την καταγωγή του, υιοθετώντας δέκα προσφυγόπουλα μέσω του Ταμείου για τα Παιδιά της Κύπρου. Στον δίσκο του Izitso (Isitso) περιέλαβε το τραγούδι «Kypros», αφιερωμένο στην κυπριακή του καταγωγή, ένα μικρό αλλά φωτεινό ίχνος των ριζών του μέσα στο παγκόσμιο μουσικό του ταξίδι.

Τρεις παραλίγο θάνατοι

Η πρώτη του εμπειρία με τον θάνατο ήρθε ως έφηβος, όταν γλίστρησε πηδώντας από στέγη σε στέγη στο Λονδίνο και σώθηκε την τελευταία στιγμή χάρη στον καλύτερό του φίλο. Λίγα χρόνια αργότερα, κάθισε στο πιάνο του και, ξαφνικά, άρχισε να φτύνει αίμα. Ήταν 20 χρονών, ήδη δημοφιλής ποπ σταρ, και οι γιατροί σύντομα διέγνωσαν φυματίωση. Η ασθένεια χτύπησε σαν ξαφνική ανατροπή στη ζωή του: τον ανάγκασε να σταματήσει, να αναστοχαστεί την πορεία του και να στραφεί σε πιο εσωτερικά, προσωπικά τραγούδια. Σιγά σιγά, εγκατέλειψε την ποπ και άρχισε να γράφει μουσική που μιλούσε στην ψυχή του.

Το τρίτο παραλίγο τέλος ήρθε το 1975, λίγο μετά τα 27α γενέθλιά του. Η καριέρα του έδειχνε να φθίνει και, περιμένοντας τον μάνατζέρ του και τον διευθυντή της δισκογραφικής του για γεύμα στο Μάλιμπου, αποφάσισε να κολυμπήσει στον Ειρηνικό. Μετά από 15 λεπτά στο παγωμένο νερό, προσπάθησε να επιστρέψει στην ακτή, αλλά το ρεύμα τον παρέσυρε στα ανοιχτά.
«Νόμιζα ότι ήξερα να κολυμπώ καλά, αλλά δεν μπορούσα να τα βάλω με τον ωκεανό», θα πει αργότερα σε συνέντευξή του. Προσευχήθηκε: και ορκίστηκε πως αν τα κατάφερνε, θα αφιέρωνε τη ζωή του στον Θεό. Ένα κύμα τον έσπρωξε πίσω στην ακτή. «Όταν συνειδητοποίησα την ευαλωτότητά μου, τι άλλο μπορούσα να κάνω; Το σώμα μου χανόταν, είχε απομείνει μόνο η ψυχή μου».

Από την εποχή της φυματίωσης είχε ήδη στραφεί στην πνευματική αναζήτηση. Μελέτησε βουδιστικά εγχειρίδια όπως το Μυστικό Μονοπάτι, και ασχολήθηκε με αριθμολογία και γιόγκα, αναζητώντας απαντήσεις σε αυτό που αποκαλούσε «σημαντικά υπαρξιακά ερωτήματα». Λίγους μήνες μετά το περιστατικό στον ωκεανό, ο αδελφός του Ντέιβιντ του χάρισε το Κοράνι, συγκλονισμένος από την ηρεμία που είχε νιώσει σε ένα τζαμί στην Ιερουσαλήμ. Από τις πρώτες σελίδες, ο Στίβενς κατάλαβε ότι είχε βρει τον δρόμο να εκπληρώσει την υπόσχεσή του.
«Όταν βρισκόμουν σε περιοδεία, κλεινόμουν στο δωμάτιό μου και διάβαζα», θυμάται. «Ήξερα τις επιπτώσεις που θα είχε αυτό, αλλά δεν ανησυχούσα. περισσότερο με ενδιέφερε η ψυχή μου».

Η μεγάλη εξαφάνιση

Το 1977, ο Κατ Στίβενς ασπάστηκε το Ισλάμ. Ένα χρόνο αργότερα, το 1978, άλλαξε νομικά το όνομά του από Στέφανος Γεωργίου σε Γιουσούφ Ισλάμ και κυκλοφόρησε τον τελευταίο του δίσκο ως Κατ Στίβενς, το αποχαιρετιστήριο Back to Earth. Στα επόμενα χρόνια δεν ηχογράφησε άλλο άλμπουμ με όργανα – εκτός από κάποια κρουστά – για σχεδόν τρεις δεκαετίες.
Παρά τη μακρά απουσία του από τη μουσική, παραδέχεται σήμερα ότι θα μπορούσε να είχε χειριστεί την αποχώρησή του καλύτερα. Δεν είχε συνειδητοποιήσει πόσο σημαντικά και εμψυχωτικά ήταν τραγούδια όπως το Peace Train, το Father and Son ή το Moonshadow, ούτε πόσο απογοητεύτηκε το κοινό με την εξαφάνισή του. Ένα από τα τραγούδια του συμπεριλήφθηκε στη λίστα με τα 10 πιο εμπνευσμένα κομμάτια του Στιβ Τζομπς, δίπλα στον Μπομπ Ντίλαν και τον Μπαχ. Επί έξι δεκαετίες συνέχισε να επηρεάζει τραγουδοποιούς που αναζητούσαν λίγη αλήθεια ανάμεσα στις όμορφες και διαχρονικές μελωδίες του.

«Αυτός ο τύπος είναι καλύτερος από τον Πολ Σάιμον», ψιθύρισε χαμογελαστός ο Αρτ Γκαρφάνκελ όταν τον υποδέχτηκε στο Rock & Roll Hall of Fame το 2014. «Έβαλε ένα τεράστιο θεμέλιο στο υπερήφανο οικοδόμημα του ροκ εν ρολ».

Από την εγκατάλειψη στη μεγάλη επιστροφή

Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ο Γιουσούφ Ισλάμ πούλησε σχεδόν όλα τα μουσικά του όργανα και τα αντικείμενα της καριέρας του σε δημοπρασία στο Λονδίνο, μοιράζοντας τα έσοδα –περίπου £40.000– σε φιλανθρωπίες. Άφησε μόνο το λευκό πιάνο του. Τότε, η μουσική φαινόταν ότι είχε τελειώσει γι’ αυτόν. Στα πρώτα χρόνια της μουσουλμανικής του πίστης, πάλευε με την ιδέα ότι η θρησκεία του απαγόρευε τη μουσική, και ένα θρησκευτικό φυλλάδιο από τη Νότια Αφρική τον έπεισε πως ήταν αλήθεια. «Με τρόμαξε αφάνταστα», λέει στα απομνημονεύματά του.

Η επιστροφή στη μουσική ήρθε με έναν απρόσμενο τρόπο το 2002. Ο γιος του, Μουχάμαντ, αγόρασε μια μαύρη κιθάρα Yamaha. Από μικρός λάτρευε το ροκ και είχε ήδη εκπλήξει τον πατέρα όταν έπαιξε Metallica σε εμπόλεμη ζώνη στο Κόσοβο. Στη συνέχεια, κρυφά, πήρε την κιθάρα μαζί του σε οικογενειακές διακοπές στο Ντουμπάι. «Ήξερα ότι θα ήταν ζήτημα για τον πατέρα μου αν μάθαινε για την κιθάρα», λέει ο Μουχάμαντ σε συνέντευξή του στη Guardian. «Μπήκε στο δωμάτιό μου και είπε: “Ουάου, έχεις κιθάρα;” Την πήρε, έπαιξε λίγες συγχορδίες… και το ίδιο βράδυ είχε γράψει ένα τραγούδι. Τόσο γρήγορα έγινε».

Η μικρή αυτή πράξη αποτέλεσε τον καταλύτη για τη δεύτερη μουσική του ζωή. Ο Ισλάμ είχε ήδη πειραματιστεί με επιστροφή στη μουσική για περίπου μια δεκαετία, ηχογραφώντας το 1995 το The Life of the Last Prophet, μια σύνθεση αφηγήσεων και μουσικής από κρουστά πάνω σε παραδοσιακούς ύμνους του Ισλάμ. Ίδρυσε τη δισκογραφική Mountain of Light και χάρηκε όταν το άλμπουμ έγινε επιτυχία στον μουσουλμανικό κόσμο. Ακολούθησαν κι άλλα έργα, συμπεριλαμβανομένου ενός παιδικού LP με ισλαμικά τραγούδια στα αγγλικά, ηχογραφημένο στη Νότια Αφρική.
Από τότε, κυκλοφόρησε πάνω από μισή ντουζίνα άλμπουμ, συνεργάστηκε με την Ντόλι Πάρτον και τον Πολ ΜακΚάρτνεϊ και επιμελήθηκε πολλές συλλογές και επανεκδόσεις 50ής επετείου των κλασικών του άλμπουμ, όπως τα Tea for the Tillerman και Mona Bone Jakon.

Η επιστροφή του ήταν μια γέφυρα ανάμεσα στον παλιό και τον νέο του εαυτό, ανάμεσα στην καριέρα και την πίστη, ανάμεσα στην απώλεια και τη δημιουργία.

Πίστη, αμφισβήτηση και πολιτική

Η επιστροφή του στη μουσική συνοδεύτηκε από μια βαθιά προσωπική αναζήτηση: την ανάγκη να ερμηνεύσει ο ίδιος την πίστη του. Από νωρίς αποφάσισε να μην δεσμευτεί σε κάποιο συγκεκριμένο δόγμα του σουνιτικού Ισλάμ. «Δεν είδα σύνορα. Επέστρεψα στην ενότητα», λέει σήμερα. Σταδιακά κατάλαβε ότι δεν χρειάζεται να υπακούει στις αυστηρούς νόμους κανενός για να παραμείνει πιστός. Η θεολογική διαμάχη γύρω από τη μουσική ήταν αρκετή ώστε να τον κάνει να αισθάνεται ασφαλής παίζοντάς ξανά. Το βιβλίο του «Why I Still Carry a Guitar» (2014) αποτέλεσε την άμεση απάντησή του στην ισλαμική κοινότητα. Αυτή η πορεία τον οδήγησε τελικά στα νέα απομνημονεύματα.

Ο Γιουσούφ Ισλάμ δεν διστάζει να παραδεχτεί τα λάθη του. Θυμάται τα σχόλιά του το 1989 για τον πιθανό θάνατο του Σαλμάν Ρούσντι, την ζήλια και την ψυχρότητα που έδειχνε στις σχέσεις του όταν ήταν νέος. Ταυτόχρονα, αισθάνεται ευγνωμοσύνη τις επιτυχίες του: τη χρηματοδότηση ισλαμικών σχολείων, τις πρωτοβουλίες για ειρήνη για τον Πόλεμο στον Κόλπο, ακόμα κι αν δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα.

«Ο Θεός δημιούργησε τον θάνατο και τη ζωή για να μας δοκιμάσει», λέει. «Σε όρους καπιταλισμού, υπάρχει μια μέρα Κρίσης. Μπορεί να είναι καλή ή κακή, ανάλογα με ό,τι έχεις κάνει».

Την καταστροφή στη Γάζα τη βλέπει ως μια παγκόσμια δοκιμασία. Από το 1988 λανθασμένα κατηγορείται ότι υποστηρίζει τη Χαμάς, γεγονός που του δημιούργησε προβλήματα στην Αμερική με τη βίζα του μέχρι και το 2006. (Υποστηρίζει ότι η απέλασή του το 2004 οφειλόταν στο ότι αρνήθηκε συνάντηση με τον Τζορτζ Μπους). «Είναι μια καθοριστική στιγμή», λέει. «Η νέα γενιά που βλέπει αυτό το μακελειό δεν θα το ξεχάσει».

Από το παρελθόν στο τώρα

Ο Κατ Στίβενς είναι ένας άνθρωπος που από πάντα πάλευε με τα μεγάλα ερωτήματα της ζωής, που παραλίγο να χαθεί πολλές φορές, αλλά κάθε φορά ξαναγεννιόταν. Η μουσική του παραμένει μια γέφυρα ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, ανάμεσα στον άνθρωπο και το θείο.

Με το «Cat on the road to findout», ανοίγει το ημερολόγιο μιας ζωής γεμάτης αντιφάσεις, σιωπές, επιστροφές, μελωδίες και αλήθειες. Και μας προσκαλεί να τον ακολουθήσουμε στον δρόμο που συνεχίζει ακόμη βαδίζει.

«Έψαχνα απαντήσεις, και μεγάλο μέρος τους ήταν μέσα στη μουσική. Όταν βρήκα αυτό που αναζητούσα, δεν θα έπρεπε να εκπλήσσει κανέναν ότι δεν ένιωθα πια την ανάγκη να γράφω τόσα τραγούδια», είπε. «Όταν καταφέρεις να πιαστείς από μια αλήθεια, νιώθεις πολύ πιο σίγουρος να μιλήσεις γι’ αυτήν».

πηγή:documentonews.gr



Με την περιήγηση σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με την πολιτική απορρήτου μας
Συμφωνώ