15 Νοεμβρίου 2025

Ο πατέρας της, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης

Ο πατέρας της, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης
Ο πατέρας της, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης

Η Κατερίνα Καμπανέλλη θυμάται ιστορίες από τον πατέρα της, με αφορμή την παράσταση στο ξενοδοχείο Μπάγκειον, η οποία βασίζεται στις αναμνήσεις της

Χειμώνας του 1981: Η θεατρική ομάδα της Νομικής Σχολής Αθηνών συγκεντρώνεται σε μια αίθουσα για να αποφασίσουν ποιο έργο θα ανεβάσουν. Πέφτουν διάφοροι τίτλοι στο τραπέζι και ανάμεσά τους το Παραμύθι χωρίς όνομα του Ιάκωβου Καμπανέλλη, το οποίο επικράτησε στις προτιμήσεις των φοιτητών. Ένα κορίτσι από τις πίσω σειρές προτείνει να φέρει τον μπαμπά της να μιλήσει για το έργο. Ποιος είναι ο μπαμπάς σου; τη ρωτούν οι συμφοιτητές της. «Ε, ο συγγραφέας», απαντά εκείνη.

Η σκηνή αυτή περιλαμβάνεται στο θεατρικό έργο Ο πατέρας μου ο Ιάκωβος, σε κείμενο και σκηνοθεσία της Ελισάβετ Χάσσε, που θα παρουσιαστεί σε λίγες ημέρες στο ξενοδοχείο Μπάγκειον. Η Ελισάβετ Χάσσε γνωρίστηκε πριν από δύο καλοκαίρια με την κόρη του συγγραφέα, Κατερίνα Καμπανέλλη, στη Νάξο και εκεί, πάνω στον πρώτο καφέ, αποφάσισε ότι έπρεπε να αξιοποιήσει αυτές τις μνήμες. Tις κατέγραψε και έφτιαξε έναν μονόλογο, στον οποίο η Κατερίνα φαίνεται να απευθύνεται τόσο στον νεκρό πατέρα της, όσο και στον εαυτό της όταν ήταν παιδί.

«Ποιος είναι αυτός ο Ιάκωβος;»

«Πόσο αθώα το είχα ξεστομίσει αυτό τότε», μου λέει η κυρία Καμπανέλλη όταν τη συναντώ και της περιγράφω τις σκηνές που είχα δει στην πρόβα. Τη ρωτάω αν τελικά ο πατέρας της πήγε τότε να γνωρίσει τους συμφοιτητές της. «Δεν το θυμάμαι, είχε έρθει σίγουρα στην παράσταση στο θέατρο Διάνα και είχε φύγει με τις καλύτερες εντυπώσεις από τους φοιτητές. Είχε γίνει, πράγματι, σοβαρή δουλειά τότε, μας είχε σκηνοθετήσει η Μαρία Κωνσταντάρου, τις χορογραφίες είχε κάνει ο Κώστας Τσιάνος και, επειδή δεν μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε τα τραγούδια του Χατζιδάκι, ένας συμφοιτητής μου είχε γράψει πρωτότυπη μουσική για το έργο. Τότε ο πατέρας μου ήταν διευθυντής ραδιοφωνίας και μας είχε καλέσει να ηχογραφήσουμε τα τραγούδια, είχε ενθουσιαστεί με τον νεαρό. Μέσα από αυτή τη δουλειά εγώ αγάπησα τη διαδικασία, το πώς υλοποιείται μια θεατρική παράσταση». Ηθοποιός όμως δεν σας άφησε να γίνετε. «Όχι, “θα πεινάσεις”, μου είπε, με έστρεψε όμως στη σκηνογραφία, θυμίζοντάς μου ότι ζωγράφιζα καλά.

»Ξεκίνησα στη Σχολή Βακαλό και έπειτα συνέχισα στo Wimbleton School of Art. Σκέφτομαι καμιά φορά πως θα έπρεπε να είχα δοκιμάσει να δώσω εξετάσεις σε δραματική σχολή, να εναντιωθώ στη θέλησή του, τελικά όμως συνειδητοποιώ ότι είχε δίκιο, με γνώριζε καλύτερα και γι’ αυτό προσπάθησε να με αποτρέψει. Ήξερε ότι δεν θα επιβίωνα σε αυτόν τον χώρο, δεν είμαι άνθρωπος που μου αρέσει να εκτίθεμαι, να βγαίνω μπροστά. Και στη σκηνογραφία, ακόμα δεν κατάφερα να ενταχθώ στο σύστημα. Παραήταν όλα ιδανικά στο κεφάλι μου. Ο ίδιος, ωστόσο, και αυτό το ανακάλυψα πρόσφατα, είχε επιχειρήσει να φοιτήσει σε δραματική σχολή. Έλεγε συχνά πως δεν τον δέχτηκε η δραματική σχολή του Εθνικού, γιατί δεν είχε απολυτήριο Γυμνασίου, όμως βρήκα το όνομά του στα μητρώα της σχολής του Ωδείου Αθηνών».

Υπήρξαν εντάσεις στις σχέσεις σας; «Ποτέ, ήμουν ήσυχο παιδί, ακόμα και στην εφηβεία, απλώς όσο μεγάλωνα τους έλεγα ότι δεν θέλω να με αγγίζουν. Κομμένες οι αγκαλιές, τους έλεγα. Μου το χτυπούσαν μέχρι που έφυγαν από τη ζωή. “Μας στέρησες τις αγκαλιές”, μου έλεγαν γελώντας. Ήμασταν πραγματικά δεμένοι οι τρεις μας». Με τη μητέρα σας πώς γνωρίστηκαν; Υπήρχε περιθώριο για τέτοιες ερωτήσεις; «Η αδελφή της μητέρας μου έκανε παρέα με τον πατέρα μου και τον ηθοποιό Σπύρο Κωνσταντόπουλο. Αργούσαν να γυρίσουν στο σπίτι. Ένα βράδυ η γιαγιά μου είπε στη μητέρα μου: “Νίκη, πήγαινε να βρεις την αδελφή σου, ποιος είναι αυτός ο Ιάκωβος που τους κρατάει έξω μέχρι αργά;”. Η μητέρα μου πήγε με σκοπό να κατσαδιάσει τον Καμπανέλλη και τελικά τον παντρεύτηκε. Αυτά τα συζητούσαν, γελούσαν με τις παλιές ιστορίες». Τι δεν συζητούσαν; «Ο πατέρας μου δεν αναφερόταν ποτέ στην περίοδο που πέρασε σε ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης. Όχι σ’ εμένα τουλάχιστον. Όσες φορές ρωτούσα για το Μαουτχάουζεν, άλλαζε την κουβέντα. “Άσ’ τα τώρα αυτά”, έλεγε». Μου περιγράφει ότι ο πατέρας της συνελήφθη από τους Γερμανούς στην Αυστρία, ενώ πουλούσε παράνομα τσιγάρα για να μπορέσει να συνεχίσει το ταξίδι του στην Ελβετία. Κατηγορήθηκε για κατασκοπεία.

Τις αναμνήσεις του από το στρατόπεδο τις έγραψε το 1945, με το που επέστρεψε στην Ελλάδα. «Έτσι νομίζω ξεκίνησε να γράφει. Βέβαια, το Μαουτχάουζεν εκδόθηκε είκοσι χρόνια αργότερα».

«Εσύ, παιδί μου, θα γίνεις συγγραφέας»

Στο Μαουτχάουζεν ο Ιάκωβος Καμπανέλλης επέστρεψε δύο φορές, την πρώτη φορά ήταν τον Μάη του 1988 με την ιστορική συναυλία που δόθηκε μέσα στο στρατόπεδο, σε διεύθυνση Μίκη Θεοδωράκη, με τη Μαρία Φαραντούρη, την Ελινοάρ Μοάβ και την Γκιζέλα Μάι να ερμηνεύουν τα τραγούδια από την Μπαλάντα του Μαουτχάουζεν που είχε γράψει ο συνθέτης με στίχους του Καμπανέλλη και έμπνευση από τις φρικιαστικές στιγμές που είχε ζήσει εκεί για δυόμισι χρόνια. «Σε δικά του βιώματα δεν ανέτρεχε, όμως από τις αγαπημένες του ταινίες θυμάμαι πως ήταν η Λίστα του Σίντλερ αλλά και το Η ζωή είναι ωραία. “Θα μπορούσα να το είχα γράψει εγώ αυτό το σενάριο”, σχολίαζε συχνά».

Ο πρώτος που διέκρινε ότι είχε ταλέντο στο γράψιμο ήταν ένας δάσκαλος στο Δημοτικό στη Νάξο. «Εσύ, παιδί μου, θα γίνεις συγγραφέας», του είπε διαβάζοντας μια έκθεση. Και εκείνος που δεν ήξερε τι σημαίνει η λέξη, γύρισε σπίτι του με κλάματα. Μετακομίζοντας στην Αθήνα, αναγκάστηκε να διακόψει το Γυμνάσιο και ο πατέρας του, που έβλεπε πως ήταν καλός στο σχέδιο, τον έγραψε στη Σιβιτανίδειο. Όμως τα βιβλία δεν τα άφησε, νοίκιαζε από τους παλαιοβιβλιοπώλες μία δραχμή κάθε εκατό σελίδες και μέσα σε μια δύσκολη εποχή πλούτισε σε εμπειρίες και εικόνες. Επιστρέφοντας από το στρατόπεδο συγκέντρωσης το ’45, γνωρίστηκε με ένα κορίτσι. Έδωσαν ραντεβού έξω από το θέατρο Μουσούρη, η κοπέλα όμως τον έστησε και εκείνος για να αποφύγει το τσουχτερό κρύο, παρακάλεσε τον ταμία να τον αφήσει να περιμένει μέσα. Είδε την παράσταση Τα καπνοτόπια, σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν, και μαγεύτηκε. «“Εγώ που πέρασα μια κόλαση, κόλαση, κόλαση” –το έλεγε τρεις φορές– “γοητεύτηκα από ένα ψέμα που ήταν το θέατρο”, εξηγούσε συχνά στις συνεντεύξεις του».

Ο Κουν, ο Καζάκος, η Καρέζη

Ξεκίνησε να γράφει τα πρώτα του έργα και υπέβαλε τα χειρόγραφά του πρώτα στο Εθνικό Θέατρο. «Οι επιστολές που λάμβανε του σύστηναν να προσπαθήσει ξανά ή τον απέρριπταν χωρίς να αφήνουν καμία ελπίδα, λέγοντας πως αυτά τα έργα δεν είναι κατάλληλα για την πρώτη σκηνή της χώρας». Το πρώτο έργο που έγινε δεκτό από το Εθνικό Θέατρο ήταν η 7η μέρα της δημιουργίας, που σκηνοθέτησε ο Κωστής Μιχαηλίδης το 1955-56. Ακολούθησε η Αυλή των θαυμάτων, σε σκηνοθεσία του Κουν, που γνώρισε τεράστια επιτυχία. «Έχει πλάκα η ιστορία με το Θέατρο Τέχνης. Για τον πατέρα μου είχε μιλήσει στον Κουν ο Καζάκος. Πήγε ο πατέρας μου και του έδωσε το έργο, αλλά του έλειπαν μία-δύο σκηνές. Το διάβασε ο Κουν, τον πήγε έπειτα σε ένα δωμάτιο και του είπε: “Δεν θα φύγεις από εδώ αν δεν μου το δώσεις ολοκληρωμένο”».

Την περίοδο της δικτατορίας ο πατέρας σας κυνηγήθηκε; «Τα έργα του δεν παίζονταν πολύ τότε, μάλιστα είχε πιάσει δουλειά ως κειμενογράφος σε μια διαφημιστική, στη Ζαλοκώστα 7, το θυμάμαι ακόμα. Το “Ήβη, ξέρεις τι πίνεις” ήταν δικό του σλόγκαν, όπως και άλλα. Όταν όμως άρχισε να δουλεύει το Μεγάλο τσίρκο, παραιτήθηκε από τη διαφημιστική για να μπορέσει να παραδώσει το έργο. Και είναι εντυπωσιακό ότι τότε το καθεστώς έσυρε στα κρατητήρια τον Καζάκο και την Καρέζη και όχι αυτόν που το έγραψε».

Τη ρωτάω αν καταλάβαινε πόσο σημαντικός υπήρξε ο πατέρας της για το θέατρο. «Καταλάβαινα πως ήταν αγαπητός στις παρέες, όμως τη συμβολή του στα γράμματα δεν την αντιλαμβανόμουν ως παιδί. Ούτε και τις παρέες του – πήγαινε να βρει στο θρυλικό Μπραζίλιαν τον Χατζιδάκι, τον Ελύτη, τον Γκάτσο. Ετοιμαζόταν να φύγει και έλεγε “πάω να συναντήσω την όρθια διανόηση”. Τον Κουν, τον Καζάκο, την Καρέζη τούς έβλεπα μέσα στο σπίτι μου, δεν μου έκαναν εντύπωση. Εγώ ήμουν “καρεζικιά” στο σχολείο, την προτιμούσα από τη Βουγιουκλάκη, και επειδή την είχα δει στο θέατρο, ήξερα και πόσο σπουδαία ηθοποιός ήταν. Όμως δεν την αγαπούσα γι’ αυτό, την αισθανόμουν μέρος της οικογένειάς μου». Ποια συμβουλή έχει συγκρατήσει από τον πατέρα της; «Να έχω πείσμα και να μην τα παρατάω. Δεν έκανα τίποτε από τα δύο, όμως χαίρομαι γιατί επέδειξα επιμονή με το αρχείο του. Έχω όμως ακόμα απορίες, θα ήθελα να ήταν εδώ, να ρωτήσω τι είναι αυτά που υπογράμμιζε, να εξηγήσει τις λέξεις πίσω από τις γραμμές. Μου λείπει κάθε μέρα».

Η παράσταση Ο πατέρας μου ο Ιάκωβος θα παρουσιαστεί από 13 έως 15/11 στις 8 μ.μ. στο ξενοδοχείο Μπάγκειον, πλατεία Ομονοίας 18.
Είσοδος ελεύθερη, απαιτείται προκράτηση θέσης στο mydadiakovos@gmail.com
Την Κατερίνα Καμπανέλλη υποδύονται σε διαφορετικές ηλικίες η Αλεξάνδρα Σκένδρου και η Αθανασία Τσοπαναργιά.

πηγή:kathimerini.gr



Με την περιήγηση σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με την πολιτική απορρήτου μας
Συμφωνώ