Μπέμπα Μπλανς – «Δε νομίζω ότι αγαπήθηκε άλλη γυναίκα όσο εγώ»

Μπέμπα Μπλανς – «Δε νομίζω ότι αγαπήθηκε άλλη γυναίκα όσο εγώ»

Την αγάπησαν οι άντρες, τη λάτρεψαν οι γυναίκες. «Η Μπέμπα Μπλανς ήταν παλαβιάρα» θα γράψει η Ιωάννα Κλειάσιου, στο Βίος και Πολιτεία». «Ήμουν επιπόλαιη» θα παραδεχτεί η ίδια.

«Καλά, ρε Μπεμπέκα, με το νυχτικό σου ήρθες να τραγουδήσεις;», της είπε με τον γνωστό ντιρέκτ τρόπο του ο Γιώργος Ζαμπέτας, ένα βράδυ στην Πλάκα.

Ήταν το 1961. Ο Γιώργος Ζαμπέτας διασχίζοντας την Αγίου Κωνσταντίνου βλέπει σε ένα αυτοκινητάκι Σκόντα να περνάει η Μπέμπα Μπλανς. «Σταματάει μπροστά μου η Μπλου και μου λέει, έλα να σε πάω σπίτι σου».

Έτσι περιγράφει τη γνωριμία του ο βιρτουόζος του μπουζουκιού με την τραγουδίστρια, που αγάπησαν πολλοί για την ιδιαίτερη φωνή της, την ξεχωριστή ομορφιά της, το ατίθασο στυλ της αλλά και τις τολμηρές για την εποχή εμφανίσεις της στην πίστα.

«Έτσι με ξέρει ο κόσμος»
Πρώτη φορά ο Γιώργος Ζαμπέτας θυμάται ότι την είχε δει στην ταβέρνα του Βλάχου στην Ιερά Οδό, κοντά στο σπίτι του, τότε. Μπουζούκι έπαιζε ο Λουκάς Μεφσούτης και τραγουδούσε η εκρηκτική Αγγελική Κωνσταντοπούλου, γνωστή με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Μπέμπα Μπλανς.

Στον σημαντικό, μουσικό παραγωγό της εποχής, Αλέκο Πατσιφά, δεν άρεσε το Μπέμπα Μπλανς ως όνομα. Και της το είπε. Αυτή αρνήθηκε πεισματικά να αλλάξει το καλλιτεχνικό της ψευδώνυμο. «Έτσι με ξέρει ο κόσμος», του είπε. Εκείνος γέλασε με το θράσος της και δεν επέμεινε.

«Μπεμπέκα βελούδο»
Αγγελική Κωνσταντοπούλου γεννήθηκε στις 21 Ιουνίου 1944 στην Αθήνα. Πρωτοεμφανίστηκε στο τραγούδι το 1964, ερμηνεύοντας το τραγούδι του Γιώργου Ζαμπέτα, Καλώς όρισες βρε Γιώργη.

Δυο χρόνια αργότερα, το 1966, ερμήνευσε τα σουξέ Μιας πεντάρας νιάτα και Το καράβι του ίδιου δημιουργού. Με αυτά τα τραγούδια πέρασε στο πάνθεον του ελληνικού τραγουδιού και καθιερώθηκε ως τραγουδίστρια. Είχε συνεργαστεί με Μαρινέλλα, Στράτο Διονυσίου, Γιάννη Πουλόπουλο καθώς και με αρκετούς συνθέτες όπως με τον Γιώργο Μητσάκη, τον Γιάννη Καραμπεσίνη και τον Γιάννη Σπανό.

Στο θέατρο συμμετείχε στην παράσταση «Πεθαίνω σαν Χώρα» του Δημήτρη Δημητριάδη, σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού, η οποία παρουσιάστηκε το 2013 στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών.

Η Μπέμπα Μπλανς χάρη στο εκρηκτικό της ταμπεραμέντο τροφοδότησε την έμπνευση μεγάλων δημιουργών όπως του Γιώργου Ζαμπέτα ο οποίος την αποκαλούσε «Μπεμπέκα βελούδο» και με τον οποίο συνεργάστηκε σε πολλά τραγούδια.

«Σε πιάνει η φωνή της, είναι μοναδική, ιδιόρρυθμη και μυστήρια. Με αγγίζει εμένα η Μπέμπα, με πιάνει, μου αρέσει. Έχει γνήσια λαϊκή φωνή. Έχει στη φωνή ένα βελούδο μυστήριο»

«Πολύ τρελή, πολύ παλαβιάρα»
Η «Μπέμπα Μπλου ήταν μια τρελή, πολύ τρελή», διηγείται δεκαετίες μετά στην Ιωάννα Κλειάσιου, στην έκδοση Βίος και Πολιτεία (εκδ. Ντέφι). «Εντάξει είσαι η Μπλανς για τα μαγαζιά, αλλά για τους άλλους που δεν σε ξέρουνε δεν πρέπει να κάνεις κάτι;» της έλεγε ο Ζαμπέτας, συμβουλεύοντάς την να ηχογραφήσει τραγούδια, να μην περιορίζεται στα μαγαζιά.

Την πήγε στη Fidelity, στον Αλέκο Πατσιφά. «Της δίνω το «Ποτέ, ποτέ» και το «Καλωσόρισες, βρε Γιώργη». Με το που τα λέει, μπαμ και σουξέ η Μπέμπα η Μπλου. Της δίνω κι άλλα, αλλά της Μπέμπας το μυαλό ήτανε αλλού. Πολύ τρελή, πολύ παλαβιάρα, γι’ αυτό και δεν κατόρθωσε να γίνει η μεγάλη καλλιτέχνιδα, αν κι ήτανε μεγάλη δεν μπόρεσε να πατήσει στο σανίδι σαν κυρίαρχη, σαν αυτοκράτειρα όπως γίνανε οι άλλες, Μαρινέλλα, Δούκισσα, Μοσχολιού».

«Της ξεγήθηκε», όπως έλεγε ο Ζαμπέτας. Την έβαλε σε δίσκους και ταινίες. Την αγάπησε και ο φακός. «Είπε πολύ καλά το «Καράβι”, το «Μιας πεντάρας νιάτα”, καταπληκτικά. Σε πιάνει η φωνή της, είναι μοναδική, ιδιόρρυθμη και μυστήρια. Με αγγίζει εμένα η Μπέμπα, με πιάνει, μου αρέσει. Έχει γνήσια λαϊκή φωνή. Έχει στη φωνή ένα βελούδο μυστήριο».«Γιώργο, δεν έχεις κανένα άλλο καλύτερο»
«Μυαλό για πέταμα, κουκούτσι μυαλό, τρελή τελείως. Της έλειπε η σύνεση», γράφει η κόρη του συνθέτη Γιώργου Ζαμπέτα, Κατερίνα, στο βιβλίο «Βαθιά στη θάλασσα θα πέσω».

«Όταν δούλευαν μαζί στο πάλκο ήθελε να λέει τραγούδια άλλων συνθετών, αυτά που έλεγαν άλλες τραγουδίστριες. Ο πατέρας απελπιζόταν. Πού να συνεννοηθεί μαζί της», γράφει. Η ατίθαση Μπέμπα απέρριψε τον “Αλήτη”. “Γιώργο, δεν έχεις κανένα άλλο καλύτερο;”, του είχε πει και η συνεργασία χάλασε. “Άμυαλη γυναίκα”, μουρμούρισε και ανέβηκε στο στούντιο να της ζητήσει να φύγει», θυμάται η Κατερίνα Ζαμπέτα. Ο «Αλήτης» πέρασε όμως στην ιστορία, από τη Βίκυ Μοσχολιού.

Δεν είχε γραφτεί στα μέσα της εποχής αλλά ήταν κοινό μυστικό για τον κόσμο της νύχτας, ότι η Σωτηρία Μπέλου ήταν ερωτευμένη μαζί της. «Την είχε καψουρευτεί άσχημα τη νεαρή καλλονή και σαν την είδε με τον συνοδό της, η Σωτηρία τράβηξε σπασμένο μπουκάλι

Η καψούρα της Σωτηρίας Μπέλου
«Καλά, ρε Μπεμπέκα, με το νυχτικό σου ήρθες να τραγουδήσεις;», της είπε με τον τρόπο του ο Ζαμπέτας ένα βράδυ στην Πλάκα, ύστερα από έναν θυελλώδη καβγά με δύο άλλες ερμηνεύτριες που συμβούλεψαν τη Μπέμπα Μπλανς να αλλάξει ρούχα.

Λέγεται ότι η Πόλυ Πάνου είχε ζητήσει την απομάκρυνσή της από μαγαζί. Όταν το έμαθε η Μπλανς αγόρασε ένα σκυλάκι που το φώναζε μπροστά σε όλους «Πόλυ».

Δεν είχε γραφτεί στα μέσα της εποχής αλλά ήταν κοινό μυστικό για τον κόσμο της νύχτας, ότι η Σωτηρία Μπέλου ήταν ερωτευμένη μαζί της. «Την είχε καψουρευτεί άσχημα τη νεαρή καλλονή και σαν την είδε με τον συνοδό της, η Σωτηρία τράβηξε σπασμένο μπουκάλι». Το επεισόδιο είχε διηγηθεί ο Ανδρέας Γιακουμέλλος, γκαρσόνι τότε στο χειμερινό «Φαληρικόν» της οδού Ηπείρου και μετέπειτα επιχειρηματίας.

Ένα ακόμα σκάνδαλο
Ο Σαλονικιός, ένας κακοποιός της εποχής που κινούνταν στο χώρο της νύχτας την εκβίαζε και απειλούσε τη ζωή και τη σωματική της ακεραιότητα. Ο θρύλος λέει ότι η τραγουδίστρια αναγκάστηκε να ζητήσει από το πλησιέστερο αστυνομικό τμήμα να την φιλοξενήσει.

Υπάρχει βέβαια και ένας άγριος ξυλοδαρμός ξημερώματα από δύο «αγνώστους», για τον οποίο η ίδια δεν θέλησε ποτέ να προβεί σε αποκαλύψεις ενώ τα πρωτοσέλιδα της εποχής την κρέμασαν στα μανταλάκια.

«Δε θέλω να δείτε που μένω πια»
Η Μπέμπα έκαιγε καρδιές. Αλλά όταν τα χρόνια πέρασαν, η ομορφιά έσβησε, τα χρήματα χάθηκαν σε κακές επενδύσεις και έμειναν μόνο η φωνή και ελάχιστοι κοντά της, ομολόγησε: «Όλοι οι άντρες με έβλεπαν σαν ένα κομμάτι κρέας, για να περάσουν καλά μαζί μου. Θα μπορούσα να έχω περισσότερα από τα 12 σπίτια που έχασα. Ήμουν επιπόλαιη».

Όταν μετακόμισε στην Κυψέλη από το πολυτελές σπίτι της στην πλατεία Ρηγίλλης ένας δημοσιογράφος της ζήτησε να συναντηθούν για μια συνέντευξη. Αυτή αρνήθηκε με μπλαζέ ευγένεια. «Δεν θέλω να δείτε πού μένω πια».

Πού πήγαν όλες εκείνες οι αξημέρωτες βραδιές στα κέντρα διασκέδασης, όπου βαθύπλουτοι άντρες έπιναν σαμπάνια στο γοβάκι της και έριχναν στα πόδια της περιουσίες; Στη θρυλική «Σπηλιά» της Νέας Υόρκης η Μπέμπα άφησε εποχή με τα θύματα της γοητείας της, ανάμεσα στα οποία συγκαταλεγόταν και ο Κότζακ, ο εμβληματικός Τέλυ Σαβάλας. Ο γάμος της με τον πάμπλουτο Παύλο Κωνσταντόπουλο θα μπορούσε να της έχει εξασφαλίσει ισόβια τον παράδεισο επί της γης. Κι όμως, από το πολυτελές σπίτι της πλατείας Ρηγίλλης βρέθηκε χωρίς να το πολυκαταλάβει στην «κρυψώνα» της Κυψέλης πληρώνοντας το ενοίκιο με το πενιχρό εισόδημα που της απέμεινε στο τέλος.

Το τέλος και λίγο πριν το τέλος
Το 2013 η καλλιτεχνική Αθήνα βρίσκεται μπροστά σε μια θεατρική έκπληξη. Στην παράσταση Πεθαίνω σαν Χώρα του Δημήτρη Δημητριάδη, σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού, που παρουσιάστηκε στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών, συμμετείχε η Μπέμπα Μπλανς. Έτσι σαν ένα κλείσιμο ματιού του παλιού προς το καινούργιο. Ήταν από τις ελάχιστες στιγμές που η Μπέμπα Μπλανς χαμογέλασε.

Και φτάνουμε στο 2017. Η Γιώτα Γιάννα ήταν το τελευταίο φιλικό πρόσωπο που την επισκέφθηκε λίγο πριν φύγει από τη ζωή και της έπαιξε στη φυσαρμόνικα τη μεγάλη της επιτυχία «Το καράβι», το θρυλικό κομμάτι του Γιώργου Ζαμπέτα.

Η εξασθενημένη Μπέμπα Μπλανς δε σταμάτησε να κλαίει, ενώ σήκωσε όσο μπορούσε τα χέρια της για να χειροκροτήσει.

Έφυγε από τη ζωή στις 7 Σεπτεμβρίου της χρονιάς αυτής.



Με την περιήγηση σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με την πολιτική απορρήτου μας
Συμφωνώ
Μετάβαση στο περιεχόμενο