The Dark Side of the Moon

Ένα διαχρονικό αριστούργημα της ροκ μουσικής
Το «The Dark Side of the Moon» δεν είναι ένας δίσκος· είναι απλώς μια μουσική εμπειρία που σημειώνει για πάντα την ιστορία της ροκ. Κυκλοφόρησε την 1η Μαρτίου 1973 και αποτελεί το αποκορύφωμα της δημιουργικότητας και της εμπορικής επιτυχίας των Pink Floyd. Η απήχησή του ξεπέρασε τα όρια της εποχής του και η διαχρονικότητά του επιβεβαιώνεται από τις 741 συνεχείς εβδομάδες παραμονής του στα charts της Βρετανίας και των ΗΠΑ.
Έγινε το όγδοο άλμπουμ του συγκροτήματος, που γεννήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’60 και έγινε σύντομα σημείο αναφοράς του βρετανικού ψυχεδελικού κινήματος. Η σκηνική τους παρουσία ήταν εξαιρετικά καινοτόμα, συνδυάζοντας μουσικούς αυτοσχεδιασμούς με φαντασμαγορικά οπτικά εφέ. Η αποχώρηση του ιδιόρρυθμου Σιντ Μπάρετ και η είσοδος του Ντέβιντ Γκίλμορ οδήγησε στην κομβική στιγμή στην ιστορία τους.
Το νέο υλικό δοκιμάστηκε πρώτα ζωντανά πριν ξεκινήσουν οι ηχογραφήσεις την 1η Ιουνίου 1972. Η παραγωγή διήρκεσε έως τον Ιανουάριο του 1973 και πραγματοποιήθηκε στα ιστορικά Abbey Road Studios, με την πολύτιμη συνδρομή του μηχανικού ήχου Άλαν Πάρσονς, ο οποίος χρησιμοποίησε τις πιο σύγχρονες τεχνολογίες της εποχής.
Η πλειοψηφία του υλικού γράφτηκε από τον Ρότζερ Γουότερς, ο οποίος ανέλαβε τους στίχους και το μεγαλύτερο μέρος της μουσικής. Ωστόσο, καθοριστική ήταν και η συμβολή των Γκίλμορ, Ράιτ και Μέισον. Ο Γουότερς καθιερώθηκε ως σημαντικός στιχουργός, ενώ ο Γκίλμορ ξεχώρισε για την κιθαριστική της δεξιοτεχνίας.
Ο τίτλος του Άλμπουμ, «The Dark Side of the Moon», δεν αναφέρεται τόσο στην αστρονομία, όσο στην ψυχική κατάσταση, παραπέμποντας έμμεσα στον Σιντ Μπάρετ. Τα δέκα κομμάτια, συνολικής διάρκειας 41 λεπτών και 34 δευτερολέπτων, αποτελούν ένα ταξίδι στο προοδευτικό ροκ και την ηλεκτρονική μουσική, όπου οι Pink Floyd υπήρξαν πρωτοπόροι. Το άλμπουμ θεωρείται σημείο καμπής για τη ροκ σκηνή, ιδιαίτερα ως προς τη χρήση ηλεκτρονικών ήχων και συνθετών.
Ηχητικά εφέ, προσεκτικά τοποθετημένα, ενισχύουν την ατμόσφαιρα του δίσκου. Ο ήχος ταμειακής μηχανής στο «Money» ηχογραφήθηκε στο σπίτι των Γουότερς, ενώ οι ψίθυροι και τα ρολόγια του «Time» προέρχονται από αυτοσχέδιες ηχογραφήσεις στους διαδρόμους του στούντιο και ένα παλαιοπωλείο αντίστοιχα.
Θεματικά, το άλμπουμ εξετάζει τις προκλήσεις της ανθρώπινης ύπαρξης: τη ζωή και τον θάνατο, την πάροδο του χρόνου, τη θρησκεία, τον καταναλωτισμό, τον πόλεμο και την ψυχική αστάθεια. Κάθε τραγούδι προσφέρει έναν στοχασμό για την ανθρώπινη κατάσταση.
Η επιτυχία του ήταν τεράστια και παραμένει αμείωτη. Με πωλήσεις άνω των 45 εκατομμυρίων αντιτύπων, είναι το τρίτο εμπορικότερο άλμπουμ στην ιστορία. Τα μέλη του συγκροτήματος γνώρισαν οικονομική ευμάρεια –ο Γουότερς και ο Ράιτ αγόρασαν φάρμες, ο Μέισον έγινε συλλέκτης αυτοκινήτων, ενώ επένδυσαν και στην εταιρεία των Monty Python. Ο Άλαν Πάρσονς από την πλευρά του απέκτησε αναγνώριση και δημιούργησε το κινητόο «The Alan Parsons Project».
Συντελεστές:
- Ντέιβιντ Γκίλμορ – κιθάρα, φωνητικά, VCS 3 συνθεσάιζερ
- Ρότζερ Γουότερς – μπάσο, φωνητικά, μαγνητοταινίες, VCS 3
- Ρίτσαρντ Ράιτ – πλήκτρα, φωνητικά, VCS 3
- Νικ Μέισον – τύμπανα, μαγνητοταινίες
Με στοιχεία από την ιστοσελίδα ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ