Η ιστορία του «Αύγουστου» αλλιώς

Η ιστορία του «Αύγουστου» αλλιώς
Ένας έρωτας που δεν ολοκληρώθηκε, μια μελωδία που δεν τελειώνει: Ο «Αύγουστος» του Παπάζογλου

Όταν «έφυγε» ο Νίκος Παπάζογλου, δεν έφυγε μόνο ένας τραγουδοποιός. Έφυγε κάτι δικό μας. Ο “Παπάζης” των Θεσσαλονικιών, ο αιώνιος νέος με το κόκκινο μαντήλι, λες και δεν τον άγγιζε ποτέ ο χρόνος. Ή τουλάχιστον, δεν φαινόταν να τον βαραίνει. Κι όμως, μια μέρα τον πήρε κι αυτόν το ταξίδι χωρίς επιστροφή.

Κάθε που έρχεται Αύγουστος, κάτι λείπει. Δεν είναι απλώς μια εποχή ή μια πανσέληνος. Είναι που κάποτε, σε εκείνες τις μαγικές βραδιές στο Βεάκειο ή στο Κατράκειο, κλείναμε τα μάτια και αφήναμε την καρδιά μας να χορεύει με τον «Αύγουστο». Κι ας ήταν Σεπτέμβρης.

Το τραγούδι αυτό – ένα από τα ωραιότερα ερωτικά της ελληνικής μουσικής – κουβαλάει πίσω του μια ιστορία που ο ίδιος ο Παπάζογλου είχε διηγηθεί, ένα μεσημέρι του ’97, σε ένα καφενεδάκι στους «Αέρηδες» της Πλάκας.

Ήταν καλοκαίρι του ’78. Η Θεσσαλονίκη μόλις είχε συγκλονιστεί από έναν δυνατό σεισμό. Ζημιές παντού, σπίτια κατεστραμμένα, ο κόσμος σε αναβρασμό. Ο Νίκος, για να προστατεύσει τη γυναίκα και τη νεογέννητη κόρη του, τους έστειλε προσωρινά στην Αμερική. Έμεινε πίσω.

Ο Διονύσης Σαββόπουλος τον κάλεσε στο Πήλιο, να ξεφύγει. Ο Νιόνιος δεν ήταν μόνος – γύρω του νέα παιδιά, αγόρια και κορίτσια. Εκεί, ο Παπάζογλου γνώρισε ένα κορίτσι. Όμορφο, φωτεινό, αλλιώτικο. Κι ένιωσε μια έλξη που δεν χώραγε στα στεγανά της λογικής. Μα η σκέψη της γυναίκας του και του παιδιού του τον κρατούσε πίσω.

Δεν άντεξε. Μάζεψε τα πράγματά του, μπήκε στο αυτοκίνητο κι έφυγε. Στο δρόμο της επιστροφής, οι λέξεις άρχισαν να ρέουν. Η μελωδία τον ακολουθούσε σαν σκιά. Έτσι γεννήθηκε ο «Αύγουστος». Όχι σε στούντιο, αλλά μέσα από ένα εσωτερικό τράνταγμα. Ένα δακρυρροούσα “σ’ αγαπάω” που δεν ειπώθηκε ποτέ.

Σ’ αγαπάω μα δεν έχω μιλιά να στο πω…

Ο ίδιος έλεγε πως ήταν η πρώτη φορά που έγραψε μουσική που έμοιαζε σχεδόν λόγια. Ανεξάρτητη από τις ροκ ρίζες του ή τα λαϊκά μονοπάτια. Ένα τραγούδι καθαρό, γυμνό, που άγγιζε το έντεχνο με τρόπο απόλυτα προσωπικό.

Στην αρχή, το έπαιζε μόνο με την κιθάρα του. Στους φίλους. Σιγά-σιγά, ήρθαν τα έγχορδα, το βιολί, η ενορχήστρωση. Το 1984 μπήκε τελικά στο άλμπουμ «Χαράτσι» και έγινε δικός μας. Όχι μόνο δικός του.

Από τότε, τον «Αύγουστο» τον τραγούδησαν και η Αλεξίου και ο Νταλάρας και η Αρβανιτάκη. Όμως η φωνή του Παπάζογλου, με εκείνο το ράγισμα, με εκείνη τη σιωπηλή ένταση, ήταν – και παραμένει – η μόνη που κουβαλάει όλη τη θλίψη και την ομορφιά του τραγουδιού.

Γιατί δεν ήταν απλώς ένα τραγούδι. Ήταν το αποτύπωμα ενός έρωτα που δεν πήρε ποτέ σάρκα. Ήταν η ενοχή, το πάθος, η φυλακή – όπως την έλεγε ο ίδιος – που κρατάει τις επιθυμίες αλυσοδεμένες. Κι όμως, από αυτές τις φυλακές γεννιούνται συχνά τα πιο μεγάλα τραγούδια. Όπως ο «Αύγουστος».

Και δεν ήταν τυχαίο που ο ίδιος ο Μάνος Χατζιδάκις, πριν ακόμα κυκλοφορήσει ο δίσκος, τον είχε χαρακτηρίσει… αριστούργημα. Με το φεγγάρι του Αυγούστου να ρίχνει το φως του και πάνω στα τραύματα.

Καλή αντάμωση, Νίκο. Εκεί ψηλά, που ακόμη τραγουδάς για όσα δεν έγιναν.



Με την περιήγηση σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με την πολιτική απορρήτου μας
Συμφωνώ