Ο βυθός

Ο βυθός

Τώρα που τα προγράμματα μας
σάπισαν σε έρημες όχθες
και δεν ενοχλούν εσπέρες και αυγινοί παράδεισοι
τώρα που έχουν παραδοθεί όλα, στην αιώνια λήθη
και φαίνεται απο μακριά μια μαύρη θάλασσα
εμείς δεν θα μάθουμε ποτέ
με τι αμμοχάλικο χτίσθηκαν αυτά τα τείχη.

Στο βυθό της κατοικούν τα τέρατα του μεσονυκτίου
ολοκαυτώματα και τρομερά εργαλεία
που κόβουνε το δέρμα
κι καρφώνουν τα οστα γυμνά
στη λάσπη του απογεύματος

Η επιφάνεια όμως, είναι απαλή σαν ένα ροδάκινο
εκεί στην επιφάνεια γίνεται η πάλη.
Οι άνεμοι προσπαθούν να διορθώσουν τις ουλές
αλλά αυτές με τον ήλιο γίνονται πηκτές σαν αίμα
Οι γαλαξίες φέρνουν άμμο ελαφρύ
από όνειρα παλιών ανθρώπων
μήπως ξυπνήσει ο βυθός
Προς το παρών όμως, τίποτα.

Όλοι μας ασχολούμαστε με τον αφρό
για αυτό η Αφροδίτη επιστρέφει
το πρώτο αστέρι, το πρώτο μηχανοκίνητο όνειρο
που διψάει για αίμα, σπέρμα και δόξα.

Και ο βυθός προς το παρών ησυχάζει
αρκεί ένα νεύμα απαλό,
ένα περπάτημα μιας κατσαρίδας
μια αντίθεση όπως « δεν μου αρέσουν καθόλου οι κερασιές»
ένας αποκλεισμός όπως μια βράβευση, μια αναγνώριση
και τότε ο βυθός αναδεύεται.

Τιτάνες τότε και γίγαντες ξεσπάνε κεραυνούς,
η θάλασσα κυρτώνεται
το χιόνι θραύει τα παπούτσια του μονομάχου
κι αυτός στέκεται αργός ανάμεσα σε σάπια πλυντήρια
και παλιούς υπολογιστές που σπάζουν τον κόσμο
με γλώσσα μηχανής.

Εκεί λοιπόν είναι ο πόλεμος
εκεί τα νησιά των αφανών,
η περιούσια κόμη των δυνατοτήτων
εκεί ο Δαυίδ ψάχνει ακόμα την σπασμένη του λύρα.

Όμως εμείς θα συνεχίσουμε να ταξιδεύουμε
στα τρυπημένα χέρια της Αφροδίτης
κι ο αφρός θα μας ραίνει με ειδήσεις ,
με ποιήματα και φωτογραφίες
και δόξες αφηρημένες όπως ο άνεμος
που φυσάει στην λίμνη Βοιβηίδα
και μπαίνει στις καλύβες των νεκρών ψαράδων
αφήνοντας πίσω ωραία τμήματα εσπέρας
αφήνοντας πίσω
τρυφερά ρετάλια θρυμματισμένου χρόνου
και δόξα πεινασμένη στα όνειρα μας.

Νίκος Βαραλής



Με την περιήγηση σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με την πολιτική απορρήτου μας
Συμφωνώ
Μετάβαση στο περιεχόμενο