Μετάβαση στο περιεχόμενο

Φωτεινή Λαμπρίδη: Ένα τραγούδι του Μάλαμα αρκεί …

Φωτεινή Λαμπρίδη: Ένα τραγούδι του Μάλαμα αρκεί ...

Φωτεινή Λαμπρίδη: Ένα τραγούδι του Μάλαμα αρκεί για να τινάξεις τη σκόνη απ’τα φτερά σου

Η Φωτεινή Λαμπρίδη μιλά στην ROSA, για το βιβλίο της, τον Λαβύρινθο του Σωκράτη Μάλαμα, τον τρυφερό τροβαδούρο και την δύναμη των τραγουδιών του

«Ο Λαβύρινθος είναι ένα γράμμα που έγραψα στον εαυτό μου» λέει o Σωκράτης Μάλαμας στη συνέντευξη που κλείνει αυτή την έκδοση. Έμελλε ωστόσο να έχει πολλαπλάσιους αποδέκτες αυτό το γράμμα όπως συμβαίνει συχνά στην τέχνη, ανθρώπους πέρα από τα σύνορα μιας γενιάς ή μιας ορισμένης διαδρομής και να αποτελέσει για πολλές και πολλούς από εμάς, μεγάλο κομμάτι από το soundtrack μιας εποχής. Ο Μάλαμας έκανε τραγούδι την εσωτερική μας ουτοπία και ανάγκη, με τρυφερότητα και ένταση, κρατώντας το ίσο μέχρι να μετρηθούμε με «…έναν κόσμο που αλλάζει όπως τα ρούχα μας τα χθεσινά» γράφει η Φωτεινή Λαμπρίδη, η δημοσιογράφος, στιχουργός και συγγραφέας του βιβλίου «Στον λαβύρινθο του Σωκράτη Μάλαμα» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΟΞΥ. Η Φωτεινή Λαμπρίδη μιλά στην ROSA, για τον Λαβύρινθο, την δεκαετία του 90 και τον τρυφερό τροβαδούρο όπως τον γνώρισε σε μια συναυλία στο Κατράκειο και την δύναμη των τραγουδιών του.

Γιατί επέλεξες τον Λαβύρινθο και όχι κάποιο άλλον από τους δίσκους του Σωκράτη Μάλαμα;

Όταν μου πρότεινε ο Μάκης Μηλάτος να γράψω για έναν δίσκο, σκέφτηκα αμέσως τον Σωκράτη γιατί αφενός δεν υπάρχει βιβλιογραφία σχετική και αφετέρου ήταν αναφορά για πολλούς ανθρώπους της γενιάς μου τα τραγούδια του, ειδικά αυτού του δίσκου.

Επέλεξα τον «Λαβύρινθο» γιατί είναι η επιτομή του έργου του με έναν τρόπο. Είχε δείξει το στίγμα και το ταλέντο του νωρίτερα με επιτυχίες όπως η «Κίρκη», «Τα μεταξωτά», το «Τσιγάρο Ατέλειωτο» κ.α, αλλά εκεί γίνεται ξεκάθαρη η πρόταση του, το ενιαίο ύφος του, η δύναμη του τραγουδιού του. Ο Μάλαμας στον Λαβύρινθο -που μετονομάστηκε σε Σωκράτης Μάλαμας για λόγους που εξηγούμε στο βιβλίο-, βγαίνει με έναν τρόπο στο φως της δημιουργικής του ύπαρξης, σαν άνθος που έχει ανοίξει και μοιράζει τα αρώματα του.

Ξέρει τι θέλει να πει και το εκφράζει μέσα από έναν δίσκο που όπως λένε και οι συνομιλητές μου στο βιβλίο. δεν έχει ούτε ένα μέτριο τραγούδι. Στιχουργικά, συνοψίζει τη φιλοσοφική τη σκέψη με ποιητικό λόγο αλλά ιδιαίτερα άμεσο, μουσικά είναι πρωτότυπος, από τις εισαγωγές και τα ριφάκια έως τον κορμό του τραγουδιού, και συνολικά εμφανίζει έντονα τις δύο του πλευρές σε έναν εναγκαλισμό. Τη λαϊκή φλέβα και την τρυφερή ποιητική πλευρά του τροβαδούρου. Δεν είναι τυχαίο ότι τα τραγούδια αυτά τα παίζουν 30 χρόνια μετά οι φοιτητές στις παρέες τους.

Είναι μόνο το περιεχόμενο αυτού του άλμπουμ και τα τραγούδια που ήθελες να αναδείξεις μέσα από το βιβλίο σου ή είναι και ο δεσμός της συγκεκριμένης δισκογραφικής δουλειάς με την εποχή που κυκλοφόρησε και έκρινες πως έπρεπε να αναδειχθεί;

Για να αφηγηθώ τις ιστορίες των τραγουδιών αυτών, ήταν αναγκαίο για μένα να κάνω καταβύθιση στην εποχή που τα γέννησε γιατί, εκτός από το ταλέντο του δημιουργού και το προσωπικό του φορτίο (από που έρχεται, τι καθόρισε την πορεία και τη σκέψη του), στα σημαντικά έργα καταγράφεται και η παρέα που συνέβαλε και το κοινωνικό αποτύπωμα της εποχής.

Ο Γιάννης Πετρίδης συγκαταλέγει τον «Λαβύρινθο» σε έναν από τους 20 δίσκους που αφηγούνται τη μεταπολίτευση. Γιατί; Πως περιγράφει τη μεταπολίτευση ο Μάλαμας περιγράφοντας τοπία εσωτερικού του χώρου αλλά και την κοινωνία; Ποιες χορδές του κοινού αισθήματος δόνησε τόσο έντονα ώστε μέχρι σήμερα να είναι σημείο αναφοράς αυτά τα τραγούδια; Ποιο ήταν το συλλογικό μας αφήγημα που έπρεπε πάση θυσία να εκφραστεί εκείνη την εποχή και πως το αφηγήθηκε εκείνος; Πως διαμορφώθηκε η μουσική σκηνή της Θεσσαλονίκης και ποιοι συνέβαλαν στη διαμόρφωση κάποιων ρευμάτων και μουσικών με τους οποίους διακλαδώθηκε ο Μάλαμας όπως ο Παπάζογλου που υπέγραψε την παραγωγή του πρώτου δίσκου του; Πως διαμορφώθηκε η αισθητική των τραγουδιών αυτών; Πως βρέθηκαν τόσοι σπουδαίοι μουσικοί γύρω από αυτό το υλικό;

Αυτά ήταν κάποια από τα ερωτήματα που ήθελα να απαντηθούν από τους ανθρώπους που προσέγγισα, μέσα από τις αφηγήσεις των οποίων ζωντανεύει πραγματικά μια εποχή και ακούγονται για πρώτη φορά κάποιες ιστορίες. Από τα μηνύματα που παίρνω με αφορμή το βιβλίο καταλαβαίνω εκ των υστέρων πόση ανάγκη έχουμε σήμερα να μιλήσουμε για εκείνη την εποχή και τα τραγούδια της.

Ο Σωκρατης Μαλαμας backstage με αγαπημενους φιλους και συνεργατες
Πόσο έχει ο Σωκράτης Μάλαμας συμβάλει στο soundtrack όχι μόνο της δεκαετίας του 90 αλλά και των ημερών μας;

Στο Soundtrack της δεκαετίας του ’90 ευτυχώς ήταν ηχηρή η φωνή του. Και λέω ευτυχώς, γιατί στα χρόνια που η Ελλάδα του Σημίτη αιωρούταν σε μια φούσκα που έσκασε μαζί με το χρηματιστήριο, ξενυχτούσε στα ελληνάδικα, πάρκαρε με θράσος τα τζιπ πάνω στο πεζοδρόμιο σου, σου έκανε επίδειξη πλούτου και κατανάλωνε τρας περιμένοντας την ένταξη στην ευρωζώνη, εμείς είχαμε τις νησίδες μας, μία από τις οποίες ήταν ο Μάλαμας. Ένας δωρικός, ειλικρινής εξομολογητικός τροβαδούρος με δυνατό ρεύμα στην τέχνη του που σου έλεγε: Κι εγώ χάλια νιώθω αλλά η ζωή είναι μεγαλείο και θα τη βρούμε την άκρη είτε στα βουνά είτε στο δυάρι μας, θα σκάψουμε και θα τη βρούμε την πηγή. Θα ξεδιψάσουμε με νερό αληθινό, όχι με coca cola.

Τα παιδιά της άλλης Ελλάδας των 90s, που η καρδιά της χτυπούσε στα μεγάλα κινήματα -θυμίζω το αντιπολεμικό κίνημα και το κίνημα υπέρ του κουρδικού λαού και κατά της παράδοσης του Οτσαλάν με λαοθάλασσες στους δρόμους, είχαν τα τραγούδια τα οποία έδειχναν από τη μία με θάρρος τα κακώς κείμενα, αλλά μας παρηγορούσαν από την άλλη και μας έδιναν αν θέλεις δύναμη να συναντήσουμε την Αριάδνη μας και να βρούμε τον δικό μας μίτο στον λαβύρινθο τον μέσα και τον έξω, που είναι ένας όπως λέει ο Μάλαμας στο βιβλίο. Όλο το σύμπαν του Μάλαμα, από τα μυθολογικά στοιχεία και σύμβολα, έως τις γκρίζες αστικές ιστορίες, το έντονο άρωμα της γης του, τα μελαγχολικά αλλά και διονυσιακά μουσικά μοτίβα του, ήταν ένα soundtrack λυτρωτικό. Άκου τον «Κήπο» ή το «Ταξίδι» και θα το νιώσεις.

Όμως ο Μάλαμας ξεπέρασε τα σύνορα της γενιάς μου γιατί το τραγούδι του είναι πρωτίστως βαθιά υπαρξιακό και έτσι δεν περιορίστηκε σε μια γενιά, μια εποχή, μια κοινωνική τάξη. Και τους στιχουργούς του νομίζω με αυτό το κριτήριο τους επιλέγει. Δεν του αρκεί ένα ερωτικό ή ένα κοινωνικό τραγούδι αν δεν εμποτίζεται με ένα βλέμμα πιο βαθύ είτε στην κοινωνία είτε στον άνθρωπο.

Σε προσωπικό επίπεδο και σε συνδυασμό με την συνεργασία σου μαζί του, πως θα τον χαρακτήριζες ως καλλιτέχνη αλλά και ως άνθρωπο μιας και σπανίως έχουμε την ευκαιρία να τον ακούμε εκτός σκηνής;

Πάνω απ’όλα έχει βαθιά αγάπη στον άνθρωπο και τη ζωή. Είναι από εκείνους που κάνουν τις πληγές τους ευκαιρία για αγάπη κι όχι σφαίρες. Και δεν μιλάω μόνο για την αγάπη στη γυναίκα του τα παιδιά του .. τους οικείους που τους υπεραγαπά. Μιλάω για τον τρόπο που έχει επιλέξει να βλέπει τα πράγματα. Τόσα χρόνια συζητάμε και αισθάνομαι ότι δεν παίρνουμε καθόλου στα σοβαρά τους εαυτούς μας αλλά πάντα παίρνουμε πολύ στα σοβαρά αισθήματα, ιδέες, σκέψεις, σχέσεις, όνειρα… το χιούμορ και διάφορα οντολογικά και πολιτικά θέματα. Όπως λέει η Ντόρα Ρίζου στο βιβλίο, είναι σημαντικό το ότι δεν καβάλησε ποτέ το καλάμι, κι αυτό το αποδίδει στη ρίζα της οικογένειας του, μιας οικογένειας μεταναστών. Υπάρχει συνέπεια έργου και ζωής, πολύ σημαντικό πράγμα και σπάνιο.

Σε σχέση με την τέχνη του, εμένα με γοητεύει αυτός ο συνδυασμός εμπνευσμένου λαϊκού συνθέτη που ραγίζει τη γη με ένα ζεϊμπέκικο και ενός τρυφερού τροβαδούρου από την άλλη που είναι σαν να βγαίνει μονίμως από ένα ονειροτοπίο. Θεωρώ επίσης πολύ σημαντικό ότι από ένα σημείο και μετά ακολούθησε πιστά την αρχή «απλά τα πράγματα να λες και στα τραγούδια να μην κλαις» όπως λέει και στο τραγούδι.

Θα ήθελες να μας περιγράψεις πως τον γνώρισες και πως ξεκίνησε η συνεργασία σου μαζί του;

Βρεθήκαμε στα παρασκήνια μιας συναυλίας -στο Κατράκειο νομίζω- και κανονίσαμε μια συνέντευξη για την εφημερίδα «Έθνος» μετά την έκδοση του Λαβυρίνθου. Το κασετοφωνάκι δεν δούλεψε όμως και μου πρότεινε να γράψω από μνήμης ό,τι θυμόμουν. Μιλούσαμε όμως πολλές ώρες και για σοβαρά πράγματα και στα 21 μου δεν έπαιρνα τέτοια ευθύνη. Κρατήσαμε επαφή και όταν με ρώτησε αν γράφω του έδωσα κάποιους στίχους. Τρία από τα στιχουργήματα μελοποίησε στον επόμενο δίσκο του τις «13.000 μέρες». Νομίζω οι «Έρωτες» ήταν το πρώτο που άκουσα σε ντέμο.

Οι κυκλοφορίες των δίσκων του, η μαζικότητα στις ζωντανές του εμφανίσεις αλλά και η επιδραστικότητά του στο κοινό εδώ και τρείς δεκαετίες τον κατατάσσουν στους κορυφαίους της εποχής μας. Πως καταφέρνει και παραμένει πάντα επίκαιρος και “φρέσκος”;

Χάρη στη δύναμη του τραγουδιού του και της φωνής του αλλά χάρη και στις αρετές του χαρακτήρα του και της στάσης του στη σκηνή όπου καίγεται και στη ζωή. Έχει πει πως γράφει, όπως ο άρρωστος την ώρα που προσεύχεται. Γι’αυτό μερικά τραγούδια έχουν τη δύναμη της προσευχής με την έννοια της επίκλησης σε κάτι μεγάλο μέσα μας ή πέρα από εμάς.

Οι νέοι νομίζω τον αγαπούν γιατί δεν μένει στην καταγγελία. Σου δείχνει ένα δρόμο που διάβηκε. Ο Δεληβοριάς λέει στο βιβλίο πως τον θυμάται να του μιλάει σαν ένας σοφός που ήρθε από το βουνό με τα πόδια. Μπορεί αυτό να συγκινεί τα παιδιά. Εγώ ένιωθα ότι μας μιλούσε όχι σαν μέντορας, ούτε σαν σοφός, αλλά σαν ένας από εμάς που διάνυσε πόντο πόντο έναν γκρεμό και σου προσφέρει ένα τραγούδι για να τινάξεις τη σκόνη απ’τά φτερά σου. Η σημαντική τέχνη, σου θυμίζει πως έχεις φτερά κάτω από τις αλυσίδες.

Εκτός του Σωκράτη Μάλαμα ποιοί άλλοι πρωταγωνιστούν στο βιβλίο σου;

Πρωταγωνιστές είναι τα τραγούδια του Λαβυρίνθου για τα οποία μιλούν ο ίδιος ο Σωκράτης, η παραγωγός του άλμπουμ Ντόρα Ρίζου, οι συντελεστές του άλμπουμ Μελίνα Κανά, Οδυσσέας Ιωάννου, Γιώργος Αθανασόπουλος, Μπάμπης Παπαδόπουλος, Κώστας Θεοδώρου, Χρήστος Μέγας. Ο συγγραφέας Θωμάς Κοροβίνης, μέλος της παρέας του παταριού της Λύρας του Βορρά χάρη στην οποία άνθισε η τραγουδοποιία της Θεσσαλονίκης. Ο νεότερος ομότεχνος του Φοίβος Δεληβοριάς που «άνθισε» επίσης στη δεκαετία του ΄90, ο φιλόλογος και συγγραφέας Σπύρος Αραβανής και οι δημοσιογράφοι Γ. Αλλαμανής, Απ. Καπαρουδάκης που υπογράφει τον πρόλογο και Αν. Πετρόπουλος. Την έκδοση ανοίγει ένα λιτό σημείωμα του Θανάση Παπακωνσταντίνου και την κλείνει η συνέντευξη του Μάλαμα.

πηγή:www.rosa.gr



Με την περιήγηση σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με την πολιτική απορρήτου μας
Συμφωνώ