Μεγάλο Κύμα: Η ιστορία του πιο διάσημου έργου τέχνης από την Ιαπωνία
Παρόλο που θεωρείται σύμβολο της Ιαπωνίας, το έργο είναι ένα πολιτισμικό υβρίδιο που συγκεντρώνει ευρωπαϊκές τεχνικές, κινεζικές μορφές αναπαράστασης και ιαπωνικές εικαστικές παραδόσεις.
Το πιο διάσημο ιαπωνικό έργο τέχνης στον κόσμο, το «Μεγάλο κύμα στα ανοικτά της Καναγκάουα», απεικονίζεται στα νέα χαρτονομίσματα των 1.000 γιεν που εκδόθηκαν τον περασμένο μήνα, ενώ το Τόκιο αποτίει επίσης φόρο τιμής στο έργο με μια μεγάλη έκθεση σε ένα μουσείο αφιερωμένο στον δημιουργό του, τον Κατσουσίκα Χοκουσάι (1760-1849).
«Είναι περίεργο -και φυσικά τιμή- που η αξία μιας δημοφιλούς εκτύπωσης που κρεμόταν στα σπίτια απλών πολιτών αναγνωρίζεται και αποκτά το ίδιο κύρος με πρωτότυπα έργα που είχαν ζητηθεί από την αριστοκρατία»
Το περίφημο χαρακτικό είναι ένα από τα έργα της σειράς «Τριανταέξι όψεις του όρους Φούτζι», που δημιουργήθηκε μεταξύ 1830 και 1833, όταν ο Χοκουσάι ήταν 70 ετών.
Japonisme
Το έργο – με τον αρχικό τίτλο «Κάτω από το κύμα στα ανοικτά της Καναγκάουα» – δείχνει το εμβληματικό βουνό της Ιαπωνίας να πλαισιώνεται από ένα τεράστιο κύμα. Τρεις βάρκες επανδρωμένες με μικροσκοπικές φιγούρες, ανίσχυρες στο ρεύμα, ενσωματώνονται στη σύνθεση με τέτοια δεξιοτεχνία που συχνά περνούν απαρατήρητες με την πρώτη ματιά.
Το καλλιτέχνημα κατέφθασε στην Ευρώπη μαζί με άλλα ιαπωνικά έργα του είδους Ukiyo-e (εικόνες του πλωτού κόσμου) και αποκτήθηκε από καλλιτέχνες όπως ο Κλοντ Μονέ και ο Κλωντ Ντεμπισύ: αποτελεί έμπνευση για την ορχηστρική σύνθεση του συνθέτη «Η θάλασσα».
Θεωρείται ένα από τα κεντρικά έργα του Japonisme, του κινήματος του 19ου αιώνα, το οποίο οφείλεται στη γοητεία που ασκεί στους Ευρωπαίους δημιουργούς μια αισθητική πλούσια σε ασυμμετρία, ζωηρά χρώματα και μεγάλους κενούς χώρους.
Σήμερα, το «Μεγάλο Κύμα» χρησιμοποιείται κατά κόρον από δυτικούς σχεδιαστές που επιδιώκουν να εκφράσουν την πολυπόθητη αισθητική και το συναντάμε σε εξώφυλλα βιβλίων, αφίσες, μπλουζάκια και καπέλα του μπέιζμπολ. Το έργο – το οποίο αποτελεί μέρος των διάσημων συλλογών του Βρετανικού Μουσείου, του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης της Νέας Υόρκης και της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας – έχει συγκριθεί με πίνακες που έχουν γίνει σύμβολα εθνικών πολιτισμών, όπως η Μόνα Λίζα του Λεονάρντο ντα Βίντσι.
Η δυναμική της σύνθεσης
«Είναι περίεργο -και φυσικά τιμή- που η αξία μιας δημοφιλούς εκτύπωσης που κρεμόταν στα σπίτια απλών πολιτών αναγνωρίζεται και αποκτά το ίδιο κύρος με πρωτότυπα έργα που είχαν ζητηθεί από την αριστοκρατία», λέει στην El Pais η Ατσούκο Οκούντα, επιμελήτρια της έκθεσης The Impact of Hokusai’s ‘Great Wave’. Tracing Its Origin and Trajectory», η οποία είναι ανοιχτή έως τις 25 Αυγούστου στο Μουσείο Sumida Hokusai στο Τόκιο.
H έκθεση συμπίπτει με την κυκλοφορία ενός νέου τραπεζογραμματίου των 1.000 γιεν με το «Μεγάλο Κύμα». Πρόκειται για το δεύτερο επίσημο αφιέρωμα στο έργο: το 2020, επιλέχθηκε να κοσμήσει τις σελίδες του ιαπωνικού διαβατηρίου. Αλλά ενώ θεωρείται σύμβολο της Ιαπωνίας, η εικόνα είναι ένα πολιτισμικό υβρίδιο που συγκεντρώνει ευρωπαϊκές τεχνικές, κινεζικές μορφές αναπαράστασης και ιαπωνικές εικαστικές παραδόσεις. «Η δυναμική της σύνθεσης κυριαρχείται από τους κανόνες της δυτικής οπτικής», λέει η Οκούντα, επισημαίνοντας τη χαμηλή γραμμή του ορίζοντα που τοποθετεί το βλέμμα του θεατή στο επίπεδο της θάλασσας, η οποία δίνει έμφαση στον ουρανό και κάνει το Φούτζι να φαίνεται μικρότερο.
Πρωσικό μπλε
Ο Χοκουσάι έζησε προς το τέλος της περιόδου Έντο (1603-1868), όταν στην Ιαπωνία επικρατούσε μια στρατιωτική δικτατορία και η χώρα απομονώθηκε από τον κόσμο, αφού απαγόρευσε τον χριστιανισμό, θεωρώντας την ένα φυλάκιο της πορτογαλικής και ισπανικής εξάπλωσης. Αν και η εξωτερική επαφή περιορίστηκε στο εμπόριο προϊόντων με τους Ολλανδούς και τους Κινέζους, μέσω ενός τεχνητού νησιού στο λιμάνι του Ναγκασάκι, η είσοδος δυτικών επιστημονικών βιβλίων επιτράπηκε από το 1720 και τεχνικές έννοιες όπως η γραμμική προοπτική διδάχθηκαν.
Άρχισε επίσης να εισάγεται το πρωσικό μπλε. Εκτός του ότι αντέχει στο ξεθώριασμα, αυτή η χρωστική ουσία – η οποία εφευρέθηκε στις αρχές του 18ου αιώνα – ήταν το τέλειο μέσο για την έκφραση του βάθους σε τοπία όπως το «Μεγάλο Kύμα».
Το ενδιαφέρον της Δύσης για τον Χοκουσάι – και γενικά για την ιαπωνική τέχνη – εκτιμάται ότι προήλθε από τις διεθνείς εκθέσεις που έλαβαν χώρα στη Γαλλία τον 19ο αιώνα. Στην έκθεση του 1867 στο Παρίσι, η Ιαπωνία γινόταν γνωστή στον κόσμο μετά από δύο και πλέον αιώνες απομόνωσης, και το έργο του Χοκουσάι έπεισε την τοπική διανόηση ότι έβλεπε ένα μοναδικό πολιτιστικό φαινόμενο.
Πολλοί Ευρωπαίοι κριτικοί πιστεύουν ότι η ιαπωνική τέχνη έπαιξε καθοριστικό ρόλο στον τερματισμό της κυριαρχίας του γαλλικού ακαδημαϊσμού και στην επικράτηση του ιμπρεσιονισμού και των διακοσμητικών στυλ που επικεντρώνονται στη φύση και τη χειροτεχνία, όπως η Art Nouveau και οι αντίστοιχες εθνικές εκδοχές της. Ο κατάλογος των ορκισμένων θαυμαστών του Χοκουσάι περιλαμβάνει τον Βίνσεντ βαν Γκογκ, τον Έντγκαρ Ντεγκά, τον ποιητή Ράινερ Μαρία Ρίλκε και τους ζωγράφους του 20ού αιώνα Ρόι Λιχτενστάιν και Άντι Γουόρχολ.
*Με πληροφορίες από: El Pais | Gonzalo Robledo