Το Νυχτολούλουδο
Καλοκαιριάτικο απόγευμα. Κάποια απ’ τις γριούλες
που κεντούσαν στα πεζοδρόμια, έσκυψε πάνω
απ’ το διπλανό της νυχτολούλουδο,
σαν το γιατρό που σκύβει στο στηθοσκόπιό του,
«τι;» ρώτησε κι ύστερα
«έρχομαι αμέσως».
Και χάθηκε,
όπως εξαφανίζεται
στα χέρια του ταχυδακτυλουργόύ
ένα μαντήλι.
Στην καρέκλα της κάθισε μια άλλη γριά
και συνέχισε
να κεντάει τ’ άστρα και το φεγγάρι.
Γιάννης Τσίγκρας