Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πέρα από την «Κραυγή» του Eντβαρτ Μουνκ

Πέρα από την «Κραυγή» του Eντβαρτ Μουνκ

Μία πρωτότυπη έκθεση στη National Portrait Gallery του Λονδίνου που ολοκληρώνεται αύριο, επικεντρώθηκε στα πορτρέτα του κορυφαίου Νορβηγού ζωγράφου Eντβαρτ Μουνκ (1863-1944) –η πρώτη του είδους της στη Βρετανία– και μας οδηγεί πέρα από την «Κραυγή» και τον Μουνκ ως ζωγράφο της υπαρξιακής απομόνωσης και μοναξιάς.

Περιλαμβάνει περισσότερα από 40 έργα του, συμπεριλαμβανομένων απεικονίσεων του ιδίου, της οικογένειάς του, των φίλων του, των συλλεκτών του, των πατρόνων του, καθώς και αναθέσεων, αποκαλύπτοντας τις βαθιές κοινωνικές συνδέσεις του. Μία υπέροχη αυτοβιογραφική και κοινωνική μελέτη που μας οδηγεί στον ενδόμυχο κόσμο του Μουνκ, την εσωτερική ψυχολογία των εικονιζομένων, και τα διαφορετικά στυλ με τα οποία πειραματίστηκε, όπως ο νατουραλισμός, ο εξπρεσιονισμός και ο συμβολισμός.

Η έκθεση ξεκινάει με τα πρώιμα οικογενειακά πορτρέτα του Μουνκ, δείγματα της νατουραλιστικής περιόδου του. Γεννημένος στη Χριστιανία (σημερινό Οσλο) της Νορβηγίας, η ασθένεια και το πένθος σημάδεψαν την παιδική του ηλικία. Στην ηλικία των πέντε ετών χάνει τη μητέρα του από φυματίωση και στα 14 την αγαπημένη του αδελφή Σοφία από την ίδια ασθένεια. Μετά τον θάνατο της μητέρας τους, τα αδέλφια του Μουνκ ανατράφηκαν από τον πατέρα τους και τη θεία τους Κάρεν.

Απώλειες και ψυχικές νόσοι
Ο πατέρας τους, Κρίστιαν, γιος ιερέα, ήταν στρατιωτικός γιατρός. Νευρικός και εμμονικά θρησκόληπτος, πέθανε όταν ο Μουνκ ήταν 26 χρόνων. Σε μια προσωπογραφία του, πατέρας και γιος αποφεύγουν ο ένας το βλέμμα του άλλου: ο Κρίστιαν κοιτάζει προς τα κάτω καθώς ανάβει την πίπα του, με τη γενειάδα του να ζωντανεύει από μπλε πινελιές. Σε μια άλλη, ο Αντρέας, ο μικρότερος αδελφός του, ο οποίος εκπαιδεύτηκε ως γιατρός, μελετά ένα κρανίο που απευθύνεται προς αυτόν. Ο Μουνκ υπαινίσσεται όχι μόνο την επιμέλειά του ως μαθητή, αλλά και την ιδέα της θνητότητας – ο Αντρέας πέθανε νέος λίγους μήνες μετά. Μία από τις νεότερες αδελφές του, η Λάουρα, διαγνώστηκε με ψυχική ασθένεια σε νεαρή ηλικία. Το επίμονο βλέμμα της στο πορτρέτο της στην εξοχή, σαν χαμένη στον δικό της κόσμο, μας κάνει να αισθανθούμε την αποξένωση και την αγωνία της.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1880, ο Μουνκ άφησε το πατρικό του σπίτι στην εξοχή και μετακόμισε στο Οσλο για να σπουδάσει επίσημα τέχνη, προσχωρώντας σε ένα διεθνώς συνδεδεμένο μποέμ δίκτυο καλλιτεχνών και συγγραφέων, των οποίων τα ιδανικά ήταν αντίθετα με τις αυστηρές θρησκευτικές αρχές της ανατροφής του Μουνκ, υποστηρίζοντας τον ελεύθερο έρωτα, τον αθεϊσμό και τη γυναικεία χειραφέτηση, με επικεφαλής τον αναρχικό Χανς Γιέγκερ. To πορτρέτο του Γιέγκερ δείχνει έναν αλαζονικό και κυνικό άνδρα να κάθεται σε έναν καναπέ σε μια γωνιά του Grand Cafe και να μας κοιτάζει κατάματα.

Πέρα από την «Κραυγή» του Eντβαρτ Μουνκ-1
Πάνω, τμήμα του έργου «Απόγευμα», πορτρέτο της νεότερης αδελφής του να κοιτά επίμονα προς τα φιορδ και χαμένη στον δικό της κόσμο. Η Λάουρα είχε διαγνωστεί σε νεαρή ηλικία με ψυχική νόσο. Κάτω, τμήμα έργου που απεικονίζει τον αδελφό του, Αντρέα, να μελετά ιατρική, ενώ το κρανίο στρέφεται προς αυτόν. Και ο Αντρέας έφυγε από τη ζωή σε νεαρή ηλικία.
Πέρα από την «Κραυγή» του Eντβαρτ Μουνκ-2
Ο Μουνκ επέκτεινε το δίκτυό του στο Παρίσι και στο Βερολίνο, όπου προσκλήθηκε να εκθέσει το 1892. Ηρθε σε επαφή με ένα διεθνή κύκλο συγγραφέων, καλλιτεχνών και κριτικών, συμπεριλαμβανομένου του Σουηδού δραματουργού και εξπρεσιονιστή ζωγράφου Αουγκουστ Στρίντμπεργκ. Tο πορτρέτο του, ζωγραφισμένο με ενεργητικές διαγώνιες κινήσεις του πινέλου, υποδηλώνει μια φλογερή, παρορμητική ιδιοσυγκρασία.

Ο Μουνκ αρχίζει να ζωγραφίζει μία συμβολική πραγματικότητα, απεικονίζοντας μια κατάσταση του μυαλού και του υποσυνειδήτου, παρά μια εξωτερική πραγματικότητα και αποκτά το δικό του ξεχωριστό ύφος.

Ενα από τα πιο συναρπαστικά έργα στην έκθεση είναι ένα αρκετά μονοχρωματικό πορτρέτο από το 1892 του δικηγόρου και φίλου του, Θορ Λούτκεν. Φαίνεται να είναι απλώς ένα συμπαθητικό πορτρέτο ενός εκλεπτυσμένου άνδρα, αλλά αν κοιτάξουμε προσεκτικά, μπορούμε να δούμε ότι το μανίκι του συγχωνεύεται σε ένα μπλε-μαύρο φεγγαρόφωτο τοπίο με δύο αγκαλιασμένες, αιθέριες φιγούρες. Αυτή η αινιγματική δεύτερη σύνθεση αποτελεί μια συμβολική απεικόνιση της ζωής και του θανάτου.

H ιδέα της θνητότητας στοιχειώνει το καλλιτεχνικό έργο του Μουνκ. Μία από τις πρώτες λιθογραφίες που έκανε ο Μουνκ στο Βερολίνο είναι μια αυτοπροσωπογραφία του 1895 με βραχίονα σκελετού, στην οποία το ασώματο κεφάλι του αναδύεται μέσα από ένα αδιαφανές μαύρο φόντο, ενώ η επιγραφή στην κορυφή μοιάζει με επιγραφή σε ταφόπλακα. Το αποσπασμένο αιωρούμενο κεφάλι ήταν ένα οικείο μοτίβο στη συμβολιστική τέχνη, που υποδηλώνει μια διάσπαση μεταξύ του φυσικού και του πνευματικού εαυτού. Το πορτρέτο του Νορβηγού δραματουργού Χένρικ Ιψεν στο Grand Cafe τον δείχνει βυθισμένο στις σκέψεις του, με το κεφάλι του να αιωρείται σε ένα σκοτεινό φόντο, απομoνωμένο από την κοινωνία.

Πάνω από 40 έργα, προσωπογραφίες, πορτρέτα μελών της οικογενείας του, φίλων, συλλεκτών και πατρόνων του, καθώς και αναθέσεων, απο- καλύπτουν τον κοινω- νικό του περίγυρο.

Μια άλλη ενότητα είναι αφιερωμένη στους συλλέκτες και πατρόνους του. Ολοι μοιράζονταν έναν ενθουσιασμό για τη φιλοσοφία του Φρίντριχ Νίτσε και την πίστη του στη δημιουργική δύναμη του ατόμου. Το ημιτελές πορτρέτο του Ερνεστ Τιλ –ενός από τους σημαντικότερους προστάτες του Μουνκ και από τους πλουσιότερους ανθρώπους στη Σουηδία κατά τη δεκαετία του 1900, όταν είχε ήδη ιδρύσει τη δική του τράπεζα στη Στοκχόλμη– απεικονίζει έναν περήφανο, μάλλον υπεροπτικό, αυτοδημιούργητο άνθρωπο, την ενσάρκωση της «θέλησης για δύναμη» του Νίτσε.

Από τα πιο εντυπωσιακά έργα της έκθεσης είναι η αισθησιακή λιθογραφία που απεικονίζει την Αγγλίδα βιολονίστρια Εύα Μουντότσι, με πυκνά μαύρα μαλλιά, να φοράει μια μεγάλη καρφίτσα που μοιάζει με καντράν ρολογιού και παραπέμπει στην ιδέα της θνητότητας. Γνωρίστηκαν γύρω στο 1902 και για μερικά χρόνια μπορεί να ήταν εραστές.

Η κατάρρευση
Το 1908 το άγχος του Μουνκ, σε συνδυασμό με υπερκατανάλωση αλκοόλ, είχε επιδεινωθεί. Κατέρρευσε και εισήχθη στη νευρολογική κλινική του δρος Ντάνιελ Γιάκομπσον στην Κοπεγχάγη, όπου παρέμεινε οκτώ μήνες. Ενα ολόσωμο πορτρέτο του αυταρχικού γιατρού –από τα πιο εκφραστικά πορτρέτα του καλλιτέχνη– τον δείχνει να στέκεται σαν τον Ερρίκο Η΄ του Χανς Χόλμπαϊν στο κέντρο του πίνακα σαν να τον έχουν τυλίξει φλόγες μέσα σε ένα ουράνιο τόξο κυματιστών χρωμάτων. Οταν ο γιατρός είδε το έργο, είπε «Απλώς κοιτάξτε τι ζωγράφισε, είναι θεότρελο!».

Μετά τη θεραπεία, ο Μουνκ επέστρεψε στη Νορβηγία με την υποστήριξη μιας ομάδας φίλων, τους οποίους ο καλλιτέχνης ανέφερε ως προστάτες αγγέλους του. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος των δύο τελευταίων δεκαετιών της ζωής του στο κτήμα του στο Εκελι, έξω από το Οσλο. Είχε ήδη γίνει ένας από τους πιο δημοφιλείς καλλιτέχνες της Ευρώπης, έμενε όμως κοντά στους πίνακες που απεικόνιζαν τους στενότερους φίλους του, οι οποίοι λειτουργούσαν ως υποκατάστατα όταν οι ίδιοι δεν ήταν κοντά του.

Η ανάγκη κοινωνικής επαφής του καλλιτέχνη, που αποκάλυψε η έκθεση μέσω των πορτρέτων του, μας έφερε πιο κοντά στον άνθρωπο Μουνκ, πέρα από το στερεότυπο του νευρωτικού και μοναχικού ζωγράφου. Καιρός λοιπόν να απομυθοποιήσουμε βαθιά εδραιωμένα πρότυπα καλλιτεχνικής ιδιοφυΐας.

 

* Η κ. Τίνα Σωτηριάδη είναι επιμελήτρια εκθέσεων και κριτικός τέχνης που ζει και εργάζεται στο Λονδίνο.

πηγή:kathimerini.gr



Με την περιήγηση σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με την πολιτική απορρήτου μας
Συμφωνώ