26 Νοεμβρίου 2025

Ο Μπερτολούτσι και η Αυτοκρατορία του Σινεμά

Ο Μπερτολούτσι και η Αυτοκρατορία του Σινεμά
Μπερνάρντο Μπερτολούτσι: ο ποιητής που έγινε “τελευταίος αυτοκράτορας” του ιταλικού σινεμά

Ήταν από εκείνες τις σπάνιες μορφές που γλιστρούν ανάμεσα στην ποίηση και την κάμερα. Ένα παιδί της Πάρμας που μεγάλωσε με λέξεις, πολιτική και εικόνες, και κατέληξε να γίνει ένας από τους πιο επιδραστικούς δημιουργούς του ευρωπαϊκού κινηματογράφου. Για πολλούς, ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι ήταν ο αδιαμφισβήτητος «τελευταίος αυτοκράτορας» του ιταλικού σινεμά.

Από την Πάρμα στα κινηματογραφικά πλατό

Γεννημένος στις 16 Μαρτίου 1941, γιος του ποιητή και κριτικού Ατίλιο Μπερτολούτσι, ο Μπερνάρντο δοκίμασε πρώτα τη δική του πένα. Η ποίηση ήταν το πρώτο του σπίτι, αλλά σύντομα τον κέρδισε η κάμερα.
Τα πρώτα του βήματα τα έκανε στο πλευρό του Πιερ Πάολο Παζολίνι, ως βοηθός στο «Ακατόνε» (1961) — μια εμπειρία που καθόρισε το ύφος και τον τόνο της πρώτης του ταινίας, «Βίαιος Θάνατος» (1962).

Πολιτικοποιημένος, αριστερός και βαθιά ανήσυχος, ο Μπερτολούτσι βρέθηκε από νωρίς στο επίκεντρο των ιδεών και των αντιθέσεων της εποχής του. Το 1964 γύρισε το «Πριν από την Επανάσταση», μια ταινία που ισορροπεί ανάμεσα στο αυτοβιογραφικό και στη λογοτεχνία, ενώ λίγο μετά ακολούθησαν «Ο Σύντροφος» (1968) και η συμμετοχή του στη σπονδυλωτή ταινία «Αγάπη και Οργή». Παράλληλα, υπέγραψε το σενάριο του «Κάποτε στη Δύση», προσθέτοντας μία ακόμη σελίδα σε μια ήδη πλούσια νεότητα.

Η δεκαετία που τον απογείωσε

Τα ’70s ήταν η δική του στιγμή. Ο ιταλικός κινηματογράφος βούλιαζε σιγά-σιγά στην παρακμή, κι εκείνος έκανε το ακριβώς αντίθετο: ανέβαινε.

Το 1970 παρουσίασε «Η Στρατηγική της Αράχνης», βασισμένη σε διήγημα του Μπόρχες. Έναν χρόνο μετά ήρθε «Ο Κονφορμίστας», η ιστορία ενός ανθρώπου που γίνεται χαμαιλέοντας για να επιβιώσει μέσα στον φασισμό — ίσως η πιο ώριμη πολιτική του δουλειά.

Και μετά… το παγκόσμιο σοκ.
Το 1972, «Το Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι». Ένα ερωτικό μπρα-ντε-φερ ανάμεσα στον Μάρλον Μπράντο και τη Μαρία Σνάιντερ, που πυροδότησε σκάνδαλα, λογοκρισίες και συζητήσεις μέχρι σήμερα. Ό,τι κι αν ειπώθηκε, η ταινία τον ανέβασε οριστικά στο βάθρο των πιο σημαντικών δημιουργών της εποχής.

Ακολούθησε το τιτάνιο «1900» (1975), μια επική τοιχογραφία της Ιταλίας του 20ού αιώνα, με τους Ρόμπερτ Ντε Νίρο και Ζεράρ Ντεπαρντιέ. Και το 1979, το ψυχαναλυτικό «Φεγγάρι», που έκλεισε τη χρυσή δεκαετία του.

Η στροφή προς τα διεθνή στούντιο

Στις αρχές του ’80, ο Μπερτολούτσι πειραματίστηκε με πιο εμπορικά μονοπάτια. «Η Τραγωδία ενός Γελοίου Ανθρώπου» (1981) απέδειξε πως ο Τονιάτσι μπορούσε να σηκώσει μια ολόκληρη ιστορία στους ώμους του.

Και έπειτα ήρθε η ταινία που θα τον χάραζε για πάντα στην ιστορία του παγκόσμιου σινεμά:
«Ο Τελευταίος Αυτοκράτορας» (1987).
Η βιογραφία του Που Γι, γυρισμένη στην Απαγορευμένη Πόλη, σάρωσε εννέα Όσκαρ — μεταξύ τους και αυτά της καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας.

Ακολούθησαν «Τσάι στη Σαχάρα» (1990), «Ο Μικρός Βούδας» (1994), «Κλεμμένη Ομορφιά» (1996), «Πολιορκία μιας Γυναίκας» (1998), «Οι Ονειροπόλοι» (2003) και το τελευταίο του φιλμ, «Εγώ και Συ» (2012). Αν και οι κριτικοί συχνά του καταλόγιζαν ότι “έχασε τη φωτιά” των νεανικών χρόνων, η διεθνής αναγνώριση δεν έπαψε ποτέ να τον ακολουθεί.

Η παρακαταθήκη

Βραβεύτηκε με Χρυσό Λέοντα στη Βενετία (2007) και Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες (2011) για το σύνολο του έργου του. Ένας δημιουργός που άφησε το στίγμα του τόσο βαθιά, που ακόμη και σήμερα τα πλάνα του μοιάζουν με ποιήματα φωτισμένα από κινηματογραφικό προβολέα.

Έφυγε από τη ζωή στις 26 Νοεμβρίου 2018, στη Ρώμη, μετά από μακρόχρονη μάχη με τον καρκίνο. Τα τελευταία χρόνια ήταν καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι, αλλά ποτέ δεν σταμάτησε να δημιουργεί, να γράφει, να ονειρεύεται. Από το 1979 μέχρι τον θάνατό του ήταν παντρεμένος με την σεναριογράφο Κλερ Πέπλοου.



Με την περιήγηση σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με την πολιτική απορρήτου μας
Συμφωνώ