Το κάστρο του Αίματος

Υπάρχει ένα κάστρο. Οι πέτρες του είναι τεράστιες ως μάτια κυκλώπων ακανόνιστα. Όταν βρεθείς εκεί θα έχει πάντα πανσέληνο. Θα φυσάει από το νοτιά ένα πονετικό αεράκι και τα δέντρα πάντα θα κλαίνε.
Κανείς δεν θα ξέρει την αιτία, ούτε και συ που δηλώνεις εκ των πραγμάτων αθώος. Στο κάστρο υπάρχουν χίλιες κάμαρες. Όλες είναι ανοικτές εκτός από μια που μόνο εσύ έχεις το κλειδί. Αρχίζεις και μπαίνεις μέσα στις κάμερες. Βλέπεις πτυχία, δόξα πολύ χρυσάφι και εξουσία άφθονη όση υπάρχει στον κόσμο. Για έναν λόγο που δεν γνωρίζεις ξέρεις ότι όλα αυτά σου ανήκουν κι ότι το κάστρο αυτό είσαι εσύ.
Όταν φτάσεις στην τελευταία πόρτα διστάζεις. Εν τούτοις βγάζεις το κλειδί και την ανοίγεις. Και τότε η φρίκη έρχεται σαν μεταλλικό καρφί στην γλώσσα σου.
Αρχίζεις και ουρλιάζεις σε μια αρχαία ακατανόητη γλώσσα γνωστή μόνο στα σαρκοφάγα πνεύματα του νόστου. Η κάμερα είναι γεμάτη πτώματα. Αλλά έχουν νωπά τα αίματα ακόμα πάνω τους, αλλά είναι σκελετοί σαπισμένοι από το χρόνο. Οι τοίχοι είναι βαμμένοι με το αίμα, πολύ αίμα, τα πόδια είναι βουτηγμένα στο αίμα. Ουρλιάζοντας βγαίνεις έξω. Θέλεις να κάψεις το κάστρο, να τα κάψεις όλα. Αλλά δεν τα καις. Είσαι πια φυλακισμένος. Γυρνάς στο σπίτι πλένεις το κλειδί από το μυστικό δωμάτιο κι αυτό στάζει ακόμα αίμα. Το βάζεις στο συρτάρι, το δωμάτιο σου αρχίζει να γεμίζει από αίμα. Που θα κρυφτείς;
Πρέπει να γυρίσεις πίσω. Να βγάλεις τα πτώματα στο φώς και να τα θάψεις; Αλλά δεν μπορείς, τα πόδια σου έχουν παγώσει. Το πρωί σε βρίσκει να ντύνεσαι αδιάφορα ξεκινώντας για μια άλλη μέρα στη δουλειά. Θα γυρίσεις το βράδυ και θα προσπαθείς να είσαι αδιάφορος και κάθε μέρα, μα κάθε μέρα θα κοιτάζεις εκείνο το μικρό κλειδί στο κομοδίνο και θα πλένεις τα χέρια σου ξανά και ξανά. Αθώος θέλοντας να είσαι του δικού σου αίματος.
Κείμενο + Φωτό: Νίκος Βαραλής